Ο ΗΛΙΘΙΟΣ – Φιοντόρ Ντοστογιέφσκι

Share

Ο ΗΛΙΘΙΟΣ - Φιοντόρ Ντοστογιέφσκι

Ο ΗΛΙΘΙΟΣ

Ο ΗΛΙΘΙΟΣ είναι ένα από τα καλύτερα και πιο γνωστά μυθιστορήματα του μεγάλου Φιοντόρ Ντοστογιέφσκι, όπου ο Ρώσος συγγραφέας δείχνει όλη του την μαεστρία αναλύοντας σε βάθος την ψυχοσύνθεση των βασανισμένων ηρώων του. Η υπόθεση του έργου μιλάει για τον εικοσιεξάχρονο πρίγκιπα Μίσκιν όπου ύστερα από μακροχρόνια θεραπεία στην Ελβετία, επιστρέφει στην Αγία Πετρούπολη, όπου μαθαίνει ότι κληρονομεί μια μεγάλη περιουσία. Έτσι βρίσκεται ανέλπιστα στο επίκεντρο της άγνωστης για αυτόν ζωής της μεγαλούπολης. Οι άντρες που τον περιβάλλουν, μην μπορώντας να εξηγήσουν διαφορετικά την άδολη και αγνή φύση του, τον χαρακτηρίζουν «ηλίθιο», ενώ οι γυναίκες, συνεπαρμένες από αυτές ακριβώς τις ιδιότητές του, τον ερωτεύονται τρελά, με τραγικές συνέπειες…

Από το πρώτο κεφάλαιο «Ο ηλίθιος»:
ΣΤΑ ΤΕΛΗ ΤΟΥ ΝΟΕΜΒΡΗ, μια μέρα που φύσαγε νοτιάς, κατά τις εννιά το πρωί, η αμαξοστοιχία της Βαρσοβίας πλησίαζε στην Πετρούπολη, τρέχοντας μ’ όλη της την ταχύτητα. Είχε τόση υγρασία και τόση ομίχλη που μόλις και μετά βίας πρόβαλε η μέρα∙ δέκα βήματα πιο κει, δεξιά κι αριστερά απ’ τη γραμμή, δεν ξεχώριζες τίποτα σχεδόν πίσω απ’ τα τζάμια του βαγονιού. Ανάμεσα στους επιβάτες, ήταν και μερικοί που επέστρεφαν απ’ το Εξωτερικό. Μα ο πιο πολύς κόσμος ήταν στριμωγμένος στα βαγόνια της τρίτης θέσης, όλο λαουτζίκος και κάτι μικροεπιχειρηματίες που δεν έρχονταν από πολύ μακριά. Όλοι φυσικά ήταν κουρασμένοι, ολονών τα μάτια ήταν βαριά απ’ την άγρυπνη νύχτα, όλοι ήταν ξεπαγιασμένοι, όλα τα πρόσωπα ήταν ωχροκίτρινα, στο χρώμα της ομίχλης…

Συγγραφέας: Φιοντόρ Ντοστογιέφσκι
Έτος πρώτης έκδοσης: 1868–1869
Μορφή: Online Pdf

Κατεβάστε το βιβλίο “Ο ΗΛΙΘΙΟΣ” σε pdf στα Αγγλικά:
THE IDIOT by Fyodor Dostoyevsky

Δείτε το εδώ στα Ελληνικά >>

 

Αγορά από τις Εκδόσεις Γκοβόστη >>

Γράφει ο Πάτροκλος Χατζηαλεξάνδρου

Ο Φυοντόρ Ντοστογιέφσκι γεννήθηκε στις 11 Νοέμβρη 1821 στη Μόσχα, 2ος γιος του Μιχαήλ Αντρέγεβιτς Ντοστογιέφσκι και της Μαρίας Νετσάγιεβα. Ο πατέρας του ήτανε στρατιωτικός γιατρός, σκληρός άνθρωπος, νευρικός και φορτικός. Οι εκρήξεις θυμού του ήτανε τρομερές και διακρινόταν για την τσιγκουνιά του. Η μητέρα του ήτανε τελείως διαφορετική άνθρωπος, ευγενικός και καλιεργημένος. Ο Φυοντόρ έμαθε ανάγνωση από εκείνη διαβάζοντας συλλογή από ιστορίες της Παλαιάς και της Καινής Διαθήκης. Απ’ όλους τους μύθους, περισσότερο τον γοήτευε το «Βιβλίο του Ιώβ». Στα δέκα του ήρθε σ’ επαφή με την ύπαιθρο, τις συνήθειες, τα ήθη και τις παραδόσεις της. Τότε ήταν που η οικογένεια απέκτησε αγρόκτημα στην πόλη Τούλα. Ήτανε τρυφερα δεμένος με τη μητέρα του η οποία πέθανε από φυματίωση νωρίς κι ο Λεοντίν Πέτροβιτς Γκόρσμαν (βιογράφος του), σημειώνει: “Στο πρόσωπο εκείνης, η ζωή η ίδια έθεσε μπροστά στον μελλοντικό μεγάλο ανατόμο των ηθών το ζήτημα του αθώου θύματος, του άδικου βασανιστηρίου, της αργής ψυχικής εξάντλησης μιας αγνής και άδολης ψυχής. Θεμέλιο της δημιουργικής του έγινε η ηθική, ενώ η μορφή της μητέρας του εξυψώθηκε ως ενσάρκωση του ηθικού κάλλους και του ηθικού αγαθού”. Πέθανε ίδια μέρα με τον μεγάλο Ρώσο Λογοτέχνη Αλεξάντρ Σεργκέγεβιτς Πούσκιν, το 1837 και ο Φυοντόρ είπε στον αδελφό του Μιχαήλ, ότι αν δεν είχαν οικογενειακό πένθος, θα φορούσε μαύρα γι’ αυτόν. Παρ’ όλα αυτά δεν έζησε μόνο την ασκητική ζωή ενός εμπνευσμένου κι ευαίσθητου δημιουργού. Πέρασε πολλά στη ζωή, φυλακίστηκε, ερωτεύτηκε πολλές γυναίκες, έζησε έντονα. Πέθανε ανάμεσα στην οικογένεια του στις 9 Φλεβάρη 1881. Αυτή είναι η ρίζα του δημιουργού.

Η λέξη αριστούργημα δεν αποδίδεται τυχαία στον «Ηλίθιο». Σ’ αυτό συλλαμβάνει μια ιστορία κι ένα χαρακτήρα που από το μυστήριο κινούνται στη ζωή ενός Αγίου. Η σύλληψη κι η δημιουργία του τοποθετείται χρονολογικά στα τέλη της δεκαετίας του 1860 (ξεκίνησε να γράφεται το 1867 κι εκδόθηκε το 1869). Εκείνη την περίοδο ο ενθουσιασμός για τις φιλελεύθερες μεταρρυθμίσεις του Αλέξανδρου Β’ της Ρωσίας άρχισε να φθίνει και τα αποτελέσματα τους αποδεικνύονταν δυσμενή για τους περισσότερους. Η χειραφέτηση των δουλοπάροικων το 1861 κι οι μετέπειτα μεταρρυθμίσεις σε δικαστικό, πολιτικό, στρατιωτικό επίπεδο, έστρεψαν τη Ρωσία σε σύγχρονο κράτος δικαίου και καπιταλιστική κοινωνία. Στη Πετρούπολη, όπου εκτυλίσσεται η ιστορία, τα αποτελέσματα ήταν εμφανή: η οικονομία, σύμβολο της το χρηματιστήριο, επικρατούσε με πολλά χρηματοπιστωτικά ιδρύματα και βιομηχανικές εγκαταστάσεις. Το επάγγελμα του δικηγόρου άρχισε να αποκτά σημασία και κύρος. Μια θετικιστική, υλιστική κοσμοθεωρία γινόταν κανόνας ανάμεσα στους μορφωμένους. Έτσι η πρόοδος της Ρωσίας γινόταν αντιληπτή απ’ αυτούς τους ανθρώπους με όρους εξομοίωσης με τα πρότυπα της Δύσης.

Σ’ αυτό το πλαίσιο μεγάλωσε ο ριζοσπαστισμός κι ο μηδενισμός της νεολαίας. Οι απογοητευμένοι από τις μεταρρυθμίσεις, στρέφονταν στην οργανωμένη υπονόμευση και τη βία. Η απόπειρα εναντίον του Τσάρου το 1866 από τον Ντμίτρι Καρακόζοφ, μαθητή, ήταν ένα από τα πολλά τέτοια φαινόμενα σε αυτή τη δεκαετία (1860-70). Γι’ αυτόν, αυτά ήταν αποτελέσματα της εκτροπής της ανώτερης τάξης από τις ρωσικές πολιτιστικές παραδόσεις. Παράλληλα, παρατηρούσε πως οι πνευματικοί πόροι αποτυπώνονταν στη χριστιανική πίστη των απλών Ρώσων. Αυτό ήταν το υπόβαθρο για την σύλληψη της ιδέας του «Ηλίθιου».

Η κεντρική ιδέα ήταν να απεικονίσει ένα απολύτως ωραίο ανθρώπινο ον. Ο πρίγκιπας Μίσκιν, ο ήρωας του βιβλίου, είναι ένας ρώσος άγιος, ανόητος, απόγονος του Δον Κιχώτη, ένας Χριστός σ’ έναν αντιχριστιανικό κόσμο. Η φυσιογνωμία του ήρωα ήταν κι η μεγάλη πρόκληση του συγγραφέα. Το καλό στη μυθοπλασία δεν είναι ενδιαφέρον, εν αντιθέσει με την κακία. Ο δημιουργός που κάνει την επιλογή ρισκάρει να απωθήσει αναγνώστες κι επιπλέον, η καλοσύνη στη μυθοπλασία τότε, σήμαινε κι έλλειψη σεξουαλικής ενέργειας, άλλο ένα αρνητικό για το έργο. Θαύμαζε τον Θερβάντες. Στο «Ημερολόγιο Ενός Συγγραφέα» γράφει τον Σεπτέμβρη του 1877, ένα οξυδερκέστατο δοκίμιο για τον Δον Κιχώτη με τίτλο: «Το ψέμα σώζει το ψέμα». Εκεί λέει πως η αλήθεια της λογοτεχνίας σώζεται όχι με την απαλλαγή της από το μυθοπλαστικό ψέμα, αλλά με την επινόηση ενός ακόμα μεγαλύτερου κι υπερβολικότερου, ο ρεαλισμός κερδίζεται όχι με την εξάλειψη του φανταστικού αλλά με τη διόγκωση του. Τί ήταν αυτό που τον συνάρπαζε στο έργο του Θερβάντες; Ποιός είναι ο Δον Κιχώτης του; Την απάντηση δίνει ένα γράμμα του από τη Γενεύη προς την ανιψιά του Σοφία Αλεξάντροβα Ιβάνοβα (1868). Λίγους μήνες πριν το γράμμα, έχει νυμφευτεί τη γραμματέα του Άννα Γρηγόριεβνα Σνίτκινα, έχει εγκαταλείψει τη Ρωσία να αποφύγει τους πιστωτές του, έχει ξαναβυθιστεί στο πάθος της ρουλέτας και γράφει για να μπορέσει να σταθεί οικονομικά. Στις 18-11-1868 αρχίζει στον Ρώσο Αγγελιοφόρο η δημοσίευση του. Γράφει λοιπόν στην ανιψιά του:

“Η κύρια ιδέα του μυθιστορήματος είναι να παρουσιάσω τον άνθρωπο εντελώς ωραίο. Ωραίο είναι το ιδανικό κι αυτό, θέλει πολύ δουλειά ακόμα να διαμορφωθεί. Δεν υπάρχει στον κόσμο παρά μόνο μια μορφή εντελώς ωραία: ο Χριστός, τόσο που η φανέρωση αυτής της μορφής, είναι ήδη ένα άπειρο θαύμα. Θα θυμίσω πως από όλες τις ωραίες μορφές της χριστιανικής λογοτεχνίας, ο Δον Κιχώτης είναι η πιο ολοκληρωμένη. Είναι ωραίος γιατί είναι ταυτόχρονα και για γέλια. Αναδύεται λοιπόν, η συμπόνια προς το ωραίο που γελοιοποιείται κι αγνοεί την αξία του και κατά συνέπεια, η συμπάθεια του αναγνώστη. Αυτή η αφύπνιση της συμπόνιας αποτελεί το μυστικό του χιούμορ. Τίποτα τέτοιο στο δικό μου έργο και φοβάμαι ότι θα είναι πλήρης αποτυχία. Το μυθιστόρημα ονομάζεται «Ο Ηλίθιος»”.

Ο Μίσκιν αποτελεί φιγούρα εξωπραγματική σε τέτοιο σημείο που να λογίζεται για ηλίθιος. Τί είναι όμως ηλίθιος; Ταλαιπωρείται χρόνια από επιληπτικές κρίσεις που τον καθιστούν ανοίκειο. Τα οικογενειακά πρόσωπα, έστω και μακρινά, που θα συναντήσει στη Ρωσία κι ο περίγυρός τους θα αποκομίσουν αυτή την εντύπωση για κείνον. Τουλάχιστον σε ένα πρώτο επίπεδο κι αν δεν είναι ηλίθιος για κείνους αυτή η παράλογη αυταπάρνηση κι η θυσία σίγουρα τον θυματοποιούν. Θα γνωρίσουμε έναν από τους πιο πρωτότυπους και ξεχωριστούς χαρακτήρες που γνώρισε ποτέ η παγκόσμια λογοτεχνία. Θα ζήσουμε για λίγο δίπλα στον πιο αληθινό -και ταυτόχρονα τον πιο ουσιαστικά παραμυθένιο- πρίγκιπα. Θα γνωρίσουμε πνεύμα απαράμιλλης ειλικρίνειας κι αφοπλιστικής απλότητας, κρυστάλλινη ψυχή που η ζωή της χάρισε μέσω μίας αρρώστιας το χάρισμα της αλήθειας.

Ο Φυοντόρ φημίζεται για την ικανότητά του να διευθύνει, όπως μόνο μία μουσική ιδιοφυΐα μπορεί, εξαίσια και σχεδόν τέλεια αρμονισμένη ορχήστρα -ορχήστρα όμως που αντί για μουσικά όργανα έχει ανθρώπινους χαρακτήρες, αντί για νότες, συναισθήματα κι αντί για συγχρονισμό, διαπροσωπικές σχέσεις. Ο Ηλίθιος όχι μόνο δεν αποτελεί εξαίρεση, αλλά είναι μία ακόμη περίτρανη επιβεβαίωση. Όλοι οι χαρακτήρες είναι ανθρώπινοι. Το είναι τους σέρνεται από χειροπιαστά θέλω και πρέπει, η καρδιά τους σκίζεται από κάθε λογής συναισθήματα και δεν λείπουν αληθινά πάθη που μαστιγώνουν τη ψυχή τους. Ο καθείς ξεχωριστός κι ενδιαφέρων για τη προσωπική του ιδιαιτερότητα. Οι “τύποι” σμίγουν με ιδιοτροπίες που έχουνε τη ρίζα τους στη μοναδικότητα, είναι συνηθισμένοι και ταυτόχρονα μοναδικοί. Γι’ αυτό, μπορούμε να τους αντιληφθούμε ως αυτόνομες υπάρξεις, αλλά και να ταυτιστούμε μαζί τους. Κέντρο της ορχήστρας ψυχών, είναι ο… ηλίθιος. Βρίσκεται στον πυρήνα του έργου, είναι ο μουσικός που ορίζει το ρυθμό και τις διακυμάνσεις της μουσικής σύνθεσης. Ο Μίσκιν είναι παραμυθένιος, αλλά και το ίδιο γήινος με κάθε καθημερινό τύπο.

Μοιάζει με τον επαναστατημένο του Καμύ -που κηρύσσει τη προσωπική του αλήθεια και που δεν δέχεται να βεβηλώσει για οποιονδήποτε λόγο. Έλεγε πως: «Ελεύθερος είναι αυτός που λέει την αλήθεια». Δύσκολο να βρεθεί πιο ελεύθερος από τον Μίσκιν. Αυτή η εξέχουσα ιδιαιτερότητά του, ωστόσο, έχει τις ρίζες της σε ένα ψυχικό υπόβαθρο που είναι πέρα για πέρα ρεαλιστικό. Δεν είναι ουρανοκατέβατος ή ημίθεος, φρόντισε να ζωγραφίσει το πορτραίτο του με γήινα χρώματα, παρμένα από τη ζωή. Κι όσο προχωράμε περισσότερο, τόσα περισσότερα μαθαίνουμε για το αριστοτεχνικό ψυχογράφημα που του έστησε ο συγγραφέας. Ήτανε βέβαια επιληπτικός, αλλά δεν θα μπορούσε κανείς ν’ αρκεστεί σε τόσο μονοδιάστατη αιτιολόγηση του χαρακτήρα του. Πίσω από το προσωπείο της ειλικρίνειας κρύβονται τεράστιοι πυλώνες ιδεολογίας και τρομακτικά αφομοιωμένων πεποιθήσεων, που σπρώχνουνε τον ήρωα να κάνει ό,τι κάνει κι ας μη το αντιλαμβάνεται. Όταν αυτοί ταιριάζουν με την εκ φύσης τάση του προς την επιληψία, το αποτέλεσμα είναι ένας ιδιαίτερος, που δεν παύει ωστόσο να είναι, άνθρωπος.

Στο μυθιστόρημα, διακρίνουμε βασική διαδικασία ψυχοσύνθεσης. Όλοι έχουμε βαθιά κι αληθινά θέλω, έχουμε όμως επίσης και φόβο απόρριψης. Όταν αλληλεπιδρούν, το αποτέλεσμα είναι σχεδόν σχιζοφρενική, παρανοϊκή συμπεριφορά, ένας που κυνηγά τους στόχους του μέσα από παντελώς παράδοξες μεθόδους. Για παράδειγμα, κάνει κακό στον εαυτό του για να λάβει την αγάπη των άλλων, ή σπρώχνει τους άλλους μακριά, επειδή έχει ανάγκη να τους βλέπει να ξανάρχονται! Παραλογισμός κι αφαίμαξη απλότητας στις πράξεις του ανθρώπου, μάλλον είναι κανόνας, όχι εξαίρεση και στο έργο αυτό υπάρχει μεγάλο φάσμα χαρακτήρων, οπότε θα τη ζήσουμε σε μεγάλη έκταση. Μες σε αυτό τον κυκεώνα, εισέρχεται απρόσκλητος ο Μίσκιν. Μ’ όλους είναι ειλικρινής, λέει αυτό που σκέφτεται, δηλώνει πώς πραγματικά νιώθει για τον καθένα και δεν κρύβει απολύτως τίποτα για τον εαυτό του. Κάθε σκέψη του διαχέεται ακαριαία στον περίγυρό του, όπως και κάθε πρόθεση και βούληση. Δεν μιλά με υπονοούμενα, δεν λέει μισόλογα και πραγματικά ζητά αυτό που θέλει. Όλοι φυσικά τον αντιμετωπίζουν στην αρχή σαν εξωγήινο ή παράφρονα ή και τα δυο. Άλλοι με περισσότερη δυσπιστία, άλλοι με λιγότερη. Όταν όμως πείθονται για την ακεραιότητα του χαρακτήρα του, βλέπουμε πως αναπτύσσουν μαζί του σχέση που τους είναι τελείως πρωτόγνωρη. Πρώτη φορά λένε την αλήθεια, τουλάχιστον όση αντέχουν να παραδεχθούν οι ίδιοι στον εαυτό τους, αφήνονται στο υπέροχο πέπλο της εμπιστοσύνης και μοιράζονται τον τεμαχισμένο εαυτό τους.

Ο Μίσκιν, ακριβώς επειδή δεν έχει προσδοκίες από κανέναν, απλά τους δέχεται γι’ αυτό που είναι. Η τρομακτική διεισδυτικότητά όσον αφορά τις ανθρώπινες ψυχές, που τον διακρίνει, δεν είναι θείο χάρισμα ή απόκτημα σκληρής εξάσκησης πάνω στη ψυχανάλυση, η ικανότητα ν’ αντιλαμβάνεται και να κατανοεί τη ψυχοσύνθεση του συνομιλητή έγκειται απλώς στο γεγονός ότι δεν τον μυθοποιεί και δεν έχει άλογες προσδοκίες απ’ αυτόν. Μπορεί απλά να τον ακούσει, βαθιά κι ουσιαστικά, δίχως να επεμβαίνει το εγώ του και να πλάθει ψεύτικα είδωλα. Δεν θέλει από κανένα να είναι κάτι πέρα απ’ αυτό που είναι, δεν ζητεί από κανένα κάτι που δεν θα ήτανε διατεθειμένος να δώσει, συνεπώς, τους επιτρέπει να είναι ο εαυτός τους. Γιατί πρέπει να έχουμε το απαραίτητο και διόλου ευκαταφρόνητο θάρρος να επιτρέπουμε στους άλλους να είναι ο εαυτός τους, αν θέλουμε αληθινούς ανθρώπους γύρω μας αντί για ηθοποιούς και μαριονέτες -θάρρος που πηγάζει από τον σεβασμό στην αλήθεια του εαυτού μας, αλλά και στην αλήθεια των συνανθρώπων μας. Κι ο Μίσκιν έχει αυτό το θάρρος, λέει κάποια στιγμή:

“Εξάλλου, δεν υπάρχει λόγος να ντρεπόμαστε που ‘μαστε γελοίοι, ψέματα; Γιατί αυτό είναι αλήθεια, είμαστε γελοίοι, ελαφρόμυαλοι, έχουμε κακές συνήθειες, πλήττουμε, δεν ξέρουμε να βλέπουμε σωστά, δεν καταλαβαίνουμε τίποτα, όλοι μας έτσι είμαστε κι εσείς κι εγώ κι εκείνοι. Να, εσείς δεν το θεωρείτε βέβαια προσβλητικό που σας το λέω κατάμουτρα πως είστε γελοίοι, έτσι δεν είναι; Κι αφού είναι έτσι, δεν είστε λοιπόν θαυμάσιο υλικό; Ξέρετε, κατά τη γνώμη μου, το να ‘ναι κανείς γελοίος είναι καμιά φορά καλό, ίσως καλλίτερα να ‘ναι κανείς γελοίος, μπορεί να συγχωρέσει ευκολότερα τον άλλο, να τα καταλάβει όλα αμέσως, δεν μπορεί ν’ αρχίσει μονομιάς απ’ την τελειότητα! Για να φτάσει εκεί πρέπει πολλά να μη καταλαβαίνει πρώτα κι αν τα καταλάβουμε πολύ γρήγορα, δεν αποκλείεται να μη τα καταλάβουμε καλά. Αυτό λέω σε σας που μπορέσατε κιόλας τόσα να καταλάβετε και να μη καταλάβετε. Τώρα πια δε φοβάμαι για σας, δεν πιστεύω να θυμώνετε που κάθεται ένα παιδί και σας λέει τέτοια πράματα. Όχι βέβαια ε”;

Ο Φυοντόρ μεγαλουργεί κι όχι γιατί άλλη μια φορά παραδίδει την ανθρώπινη ψυχή γυμνή, όπως είναι. Η σπουδαιότητα του εν λόγω μυθιστορήματος έγκειται στην ειλικρίνεια του. Δεν έχει πρόθεση να μας παρασύρει σ’ ένα κόσμο που δεν γνωρίζουμε. Όλα όσα μας παρουσιάζει μέσα στην ιστορία του Μίσκιν μας είναι γνωστά, οικεία. Εκτός από το περιβάλλον, το λογοτεχνικό διάκοσμο, την ατμόσφαιρα, την συναισθηματική εμπλοκή των ηρώων, τη διαλεκτική, το βάσανο της φιλοσοφικής οπτικής των πραγμάτων, τη δοκιμασία του έρωτα, της φιλίας κι η αναζήτηση της αλήθειας είναι στα διαχρονικά ζητήματα. Όμως δεν καταπιάνεται μ’ όλ’ αυτά για να εντυπωσιάσει, να κάνει επίδειξη των δυνατοτήτων του στο διάβασμα της ανθρώπινης ψυχής. Θέλει να δείξει τη δύναμη του καλού. Όχι από πείσμα, αλλά από ανάγκη να αντισταθεί στον κυνισμό και τη ψυχρή μεταβολή του κόσμου που ζούσε. Ο μοναδικός τρόπος ήταν να φτιάξει το απόλυτο καλό, έναν ήρωα που θα αντανακλούσε τις αρετές και τις αδυναμίες του ανθρώπου. Έναν ήρωα που θα ήταν απλός, δίχως ύπουλες σκέψεις και προθέσεις αποδόμησης. Το καλό ως υπόμνηση ενός κόσμου που αντιστέκεται και δεν θέλει να αλλοτριωθεί από την εξέλιξη που σαρώνει.

Ο Μίσκιν δεν είναι μοναχικός, είναι ανεξάντλητη πηγή ενέργειας που τροφοδοτεί τον περίγυρο, όσους τον πλησιάζουν, όσους πλησιάζει. Με τρόπο γίνεται εξομολογητής που αποσπά από τους συνομιλητές, τους φίλους, τους εχθρούς, ομολογία πίστης στον εαυτό που κινδυνεύει να χαθεί. Ο Ηλίθιος είναι πολυπρόσωπο μυθιστόρημα, πολυεπίπεδο αφηγηματικά, με απίστευτη διείσδυση στη ρωσική αλλά κι όλης της ανθρωπότητας, ψυχή. Δυνατοί χαρακτήρες, η Νατάλυα και φυσικά ο Ραγκόζιν. Κορυφαία στιγμή του έργου -κι ίσως στη παγκόσμια λογοτεχνία- ο λόγος που βγάζει για τις τελευταίες στιγμές ενός καταδικασμένου σε θάνατο, που καθόρισε ίσως την απαγόρευσή της –συνεπικουρούμενος κι από τον Ουγκώ με το ομώνυμο έργο του.

Κλείνω με την εύλογη πρόταση να διαβάσει κανείς αυτό το αριστούργημα, με μια πρόκληση για σκέψη μετά: «Ποιός άλλος θα μπορούσε να ήτανε τόσο καλόκάγαθος και ταυτόχρονα να τολμά και να σχολιάζει μ’ ευρηματικό τρόπο, τα λοξά της εποχής, αν όχι ένας “Ηλίθιος”;»

Κατηγορία: ΚΛΑΣΙΚΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ, ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑΤΑ, ΞΕΝΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ

Tags: , , , , , , , ,

Comments (4)

Trackback URL | Comments RSS Feed

  1. Ο/Η ΛΑΒΑΝΤΣΙΩΤΗ λέει:

    ΕΞΑΙΡΕΤΙΚΗ ΠΡΟΣΦΟΡΑ ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ!

  2. Ο/Η Γεώργιος λέει:

    Ευχαριστώ

  3. Ο/Η Κωνσταντίνος Μ. λέει:

    Αν και καθυστερημένα, ευχαριστώ.
    Διάβασα το λατρεμένο μου κεφάλαιο ξανά VI και ξεκινώ το Αριστούργημα απ’ την αρχή.
    Μια αντάξια περιγραφή και ανάλυση ενός τέτοιου Έργου.
    Εύγε και σε εσάς κύριε Χατζηαλεξάνδρου.
    Και να μην το είχα διαβάσει, διαβάζοντας την κριτική σας και μόνο, θα το έψαχνα παντού. Και θα άξιζε σίγουρα τον κόπο.
    Διαβάζοντας το εύστοχο σχόλιό σας, ένιωσα την ανάγκη να ξαναδιαβάσω τον “Δον Κιχώτη”. Άλλος Μαέστρος της σκέψης, του ήθους, της ψυχής, του γραπτού λόγου αλλά και της δημιουργίας.
    Τόσο διαφορετικός, ως προς τον χρόνο, τόπο και ήθη αλλά και τόσο όμοιος συνάμα με τον Ντοστογιέφσκι, ο Θερβάντες.
    Ισορροπούν δεξιοτεχνικά και οι δύο, την διαφορετικότητα ενός εκάστου με την ομοιότητα μεταξύ μας οι άνθρωποι.
    Το ίδιο βιβλίο είναι κάπως διαφορετικό μελετώντας το σε κατοπινή εποχή.
    Πιο ποιοτικό.
    Καλώς εχόντων των πραγμάτων.
    Σας ευχαριστώ και πάλι !!
    Υγ. Πολύτιμο μπλογκ !!

  4. Ο/Η Κλέων Γελαστός λέει:

    Εκεί που δεν μπορούμε να το δούμε, υπάρχει ένα κρυστάλλινο τρένο με μέσα του όλους τους εδώ νομιζόμενους νεκρούς, που μόνη έγνοια τους είναι ότι δεν μπορούν να πούνε στους εδώ θρηνούντες ότι είναι όλοι τους καλά.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *