Ευαγγελία Τυμπλαλέξη: «Έρωτας και Ποίηση είναι δύο έννοιες άρρηκτα συνυφασμένες» / Συνέντευξη

Share

Ευαγγελια Τυμπλαλεξη

Συνέντευξη στον Γιώργο Κόκκινο
29/8/2018

 

Φιλοξενούμενη σήμερα η ποιήτρια Ευαγγελία Τυμπλαλέξη.

Η Ευαγγελία Τυμπλαλέξη γεννήθηκε στο Μόναχο Γερμανίας. Διδάσκει τη γαλλική γλώσσα επί 24 συναπτά έτη. Το 2014 διακρίθηκε με τον τρίτο έπαινο απ’ την Εταιρεία Λογοτεχνών Πάφου για το αλληγορικό διήγημα «Στα ρηχά της κλεψύδρας», το οποίο άπτεται της θεματικής του Χρόνου και πως αυτός επηρεάζει την ανθρώπινη οντότητα. Η συγγραφέας περνάει τα μηνύματά της μέσα από μία συνομιλία με τον εαυτό της. Την ίδια χρονιά αποσπά το τρίτο βραβείο απ΄ το περιοδικό «Κελαινώ» για το ποίημα «Φουσκοθαλασσιά», το οποίο πραγματεύεται αλληγορικά τη θεματική της Ζωής, η οποία παρομοιάζεται με τη θάλασσα. Το 2015 εκδίδεται το ποιητικό έπος «Φωνή βοώντος εν τη ερήμω» απ’ τις εκδόσεις Αγγελάκη, το οποίο συγγράφεται με μαθήτριά της και αφορά στο διαχρονικό χάσμα των γενεών. Το 2017 οι εκδόσεις Ωρίωνας εκδίδουν την ποιητική της σύνθεση «Στις ακρώρειες της Μοναξιάς». Το 2018 οι εκδόσεις Πηγή εκδίδουν την ποιητική σύνθεση «Επιμενίδειος Οίστρος». Ταυτόχρονα πολλά κείμενά της έχουν δημοσιευτεί στα διαδικτυακά περιοδικά: Λόγιος Ερμής, Σφήκα, Αιολικά Γράμματα, Fractalart.

 

― Αγαπητή Ευαγγελία, σε γνώρισα μέσα από την ιστοσελίδα «Η Σφήκα» όπου ανεβάζεις κατά καιρούς γραπτά σου, είτε ποιητικά, είτε άρθρα πολιτικού περιεχομένου που παραπέμπουν στις δύσκολες μέρες που διανύει ο λαός μας και θα ήθελα καταρχήν να ρωτήσω ποιο ήταν το κίνητρο συγγραφής ποιητικών κειμένων και δευτερευόντως τί σε ωθεί στην πολιτική ανάλυση της επικαιρότητας; Ποιο το έναυσμα δηλαδή.

Είναι πολύ σημαντικό για μένα κατ’ αρχάς Γιώργο να θέτεις ερώτημα διττής ερμηνείας. Στην Αρχαία Ελλάδα εμφανίζεται η διοικητική μονάδα συνομάδωσης ανθρώπων, η Πόλη-Κράτος. Ο Αριστοτέλης διασαφηνίζει πως η έννοια «πόλη» επάγεται την έννοια «Πολιτεία», η οποία παρεμφαίνει τον τρόπο οργάνωσης της «Πόλης», και κατ’ επέκταση τον όρο «Πολίτευμα», δηλαδή την αίσθηση των σχέσεων μεταξύ των ατόμων. Συνειρμικά έπεται ο χαρακτηρισμός του Ανθρώπου ως «ζώον πολιτικόν», η κοινωνία-επικοινωνία δηλαδή ενέχεται στη φύση των όντων. Η μη ενασχόληση με την Πολιτική δηλώνει το πνευματικό κενό, στο οποίο έχει περιέλθει η κοινωνία της μάζας, προτάσσει τον αχαλίνωτο ατομικισμό.

Το κίνητρο συγγραφής ποιητικών κειμένων εδράζεται στη φόρτιση. Είναι οι ενδόμυχες κραυγές, που προσπαθούν να επισκοπήσουν την ευρύτερη εποχή μέσα στην οποία κινούμαι, που προσπαθούν να εξετάσουν την περιρρέουσα εγωμανία. Το άτομο στον 21ο αιώνα εμφανίζεται σαν μία «σκοτεινή-υγρή τρύπα», όπως ευφάνταστα αναφέρει ο Ρούντολφ Βούρλιτζερ, που επιδίδεται στην καταβρόχθιση εμπειριών χωρίς να κοιτάζει γύρω του.

Το κίνητρο συγγραφής πολιτικών κειμένων εδράζεται στην έντονη δυσφορία. Σε καθημερινή βάση συντελούνται γενοκτονίες-βαρβαρότητες-στυγνά εγκλήματα. Ο άνθρωπος καθίσταται υποχείριο της Κρατικής Μηχανής, η οποία ισοπεδώνει κάθε Ελευθερία στον βωμό της κερδοφορίας. Οι ανισότητες παγιώνονται με τρόπο ώστε να υφαίνεται ένας κλοιός, μέσα στον οποίο χωρά ο «διανοητικά κοινός άνθρωπος», όπως αναφέρει ο Ορτέγα Υ Γκασσέτ, δηλαδή ο αδιάφορος άνθρωπος. Πρόκειται για μία διόγκωση Γραφειοκρατίας, η οποία περιπλέκει τις διαπροσωπικές σχέσεις, τοποθετεί τον άνθρωπο ενάντια στον Άνθρωπο. Όλα αυτά με πνίγουν και θέλω κάπως να τα εξωτερικεύσω.

 

«…Η μη ενασχόληση με την Πολιτική δηλώνει το πνευματικό κενό…
…προτάσσει τον αχαλίνωτο ατομικισμό.
…»

 

― Γνωρίζοντας πως τα ποιητικά σου κείμενα είναι μεστά (πλήρη) και μακρόσυρτα όπως και τα δικά μου άλλωστε, θεωρείς ότι ένα ποίημα οφείλει να εκφραστεί αναλυόμενο σε δεκάδες αράδες στίχων ή οφείλει να είναι μαζεμένο; Και γιατί αυτό; 

Συμφωνείς με την άποψη του Γκόττφρηντ Μπεν, ο οποίος διερωτώμενος μας παραπέμπει στο συμπέρασμα: «οφείλει η ποίηση να βελτιώνει τη ζωή;». Μπορεί η ποίηση να μας βελτιώσει και πως;

Μπαίνει στην έμπνευση χαλινάρι;; Η έκταση των κειμένων, κατά την ταπεινή άποψή μου, αντικατοπτρίζει αυτό που συμβαίνει στα κατάβαθα του γράφοντος. Όσο περισσότερες οι ζυμώσεις στα άδυτα του ασυνειδήτου, τόσο η αφετηρία, που συγκεντρώνει τα νοητικά υλικά της, εκτείνεται. Όσο τα ουρλιαχτά μας παρατίθενται επί μακρόν σε Λόγο νοερό, τόσο το μέγεθος της έκρηξης μεγεθύνει και η λάβα εκτροχιάζει τα αφηγήματά της.

Η ποίηση σαφώς και οφείλει να μας βελτιώνει. Θα ομιλούμε ωστόσο για προσωπική αναβάθμιση, κατά την οποία ο γράφων επιλαμβάνεται των μεθόδων της επιστημοποιημένης Ποιητικής, η οποία επεξεργάζεται την εσωτερική της θεωρία;; Θα ομιλούμε για εξύψωση και αναμόρφωση του Περιβάλλοντός μας, κατά την οποία ο γράφων κατατρύχεται από συναισθησίες και αποδέχεται αγέρωχα την Ομορφιά αλλά και την Ασχήμια, που σημαίνει στην προσπάθειά του να αναπαραστήσει, ό,τι εμπίπτει στα αισθητήριά του, απελευθερώνει την πένα του από την κανονιστικότητα και επιτονίζει με έμφαση τους διασκελισμούς της Λύπης του;;

Η Ποίηση μας βελτιώνει, όταν μας εξωθεί στα άκρα, όταν η ποιητική διεργασία μας μετατρέπει σε Δευκαλίων και Πύρρα, που πετούν αδιακρίτως και αδιαλείπτως πέτρες, δηλαδή στίχους, μετά τον κατακλυσμό.

«…Η Ποίηση μας βελτιώνει, όταν μας εξωθεί στα άκρα.…»

 

 

eyaggelia-tymplalexi

 

― «Τι είναι τέλος πάντων ο Έρωτας;» είχε διερωτηθεί ο Θανάσης Κωσταβάρας σε ένα γραπτό του. Τελικά η ποίηση βρίσκει πάτημα από τον Έρωτα για να ορθοποδήσει και να εξελιχθεί σαν τέχνη ή συμβαίνει το αντίθετο, και προσθέτουμε εμείς ποίηση μέσα στις ερωτικές μας σχέσεις, πολλές φορές χωρίς να το αντιληφθούμε κι όλας; Κι αν δεν υπάρχει άμεση συνάρτηση του Έρωτα με την ποίηση, τότε τί αποτελεί ποίηση για σένα;

«Τι είναι τέλος πάντων ο Έρωτας;» Τεραστίου βεληνεκούς ερώτημα, και ίσως αναπάντητο. Δεν θα δεχτώ βέβαια τη στείρα εξήγηση της Επιστήμης, η οποία απλοποιεί τη γενεσιουργό δύναμη με αναγωγή σε νευροδιαβιβαστές κι ενδοκρινολογικούς μηχανισμούς.

Έρωτας και Ποίηση. Κατ’ εφαπτομένη Ποίηση και Έρωτας. Χωρίς να ταραχτεί η Πένα, δεν εξεγείρεται. Χωρίς να εξιδανικεύεται η ερωτοπληξία, δεν φλογίζεται. Πως να παραχθεί Τέχνη χωρίς Έρωτα; Έρωτας σημαίνει σπάζω τα όρια, διεκδικώ μέχρι θανάτου και καταστροφής, υποδέχεται τη φαντασιακή σημασία των Πάντων-του Είναι-του Γίγνεσθαι. Η Φύση δεν ανέχεται τον αιώνιο μαρασμό της και τη χειμερία κατάστασή της, επιτρέπει τη γονιμοποίησή της από ιδιόβουλη ενόρμηση. Μέσα απ’ την αυτεξουσιότητά της βρισκόμαστε μπροστά στην Υπέρτατη Τέχνη, όλα τα τοπία και οι παραλλαγές τους. Στον αντίποδα στις ερωτικές σχέσεις παρεισφρέει το συστατικό της ουτοπίας με την αυτοπροαίρετη απόφασή μας, για να εκφραστεί η τρυφερή ενότητά μας με τις ποικιλίες της, για να αποπεμφθούν οι σχολαστικές μας ενστάσεις. Διαφορετικά θα υπήρχε αυτοπεριορισμός και το πλήθος των εικόνων, που μας φανερώνονται, θα συνοψιζόταν στην στενοπορία της οξυτοκίνης. Έρωτας και Ποίηση είναι δύο έννοιες άρρηκτα συνυφασμένες.

 

«…Έρωτας και Ποίηση είναι δύο έννοιες άρρηκτα συνυφασμένες..…»

 

― Αρκετοί δημιουργοί, ίσως από ευγένεια και ήθος αρνούνται να αποδεχθούν τον τίτλο του ποιητή σήμερα. Συνήθως αυτοσυστήνονται ως συγγραφείς, αλλά παρ΄όλα αυτά γράφουν στίχους. Τελικά είναι ποιητής κάποιος από αυτούς ή όλοι είμεθα ποιητές όσοι καταθέτουμε στιχουργήματα; Τι είναι ποιητής και πως καθιερώνεται μέσα στο χωρόχρονο;

Ο Άνθρωπος έχει την τάση να επιστημοποιεί τα πάντα. Υπάρχουν πολλά συγγράμματα με υπερκωδίκευση και κατάταξη των στίχων. Απλώς έπονται της Ποιήσεως. Πρώτα γράφει ο Όμηρος τα έπη του και μετά ακολουθεί ο συρφετός των τεχνικισμών, που παραθέτει τις δεισιδαιμονίες του και τροφοδοτεί μονολιθικές λειτουργίες νοημάτων. Όλοι δεν είμεθα Ποιητές, αλλά ποιος θα το κρίνει αυτό, η απήχηση του γραπτού στο ευρύ ή περιορισμένο κοινό, η αναγνώριση του γραπτού απ’ την πολύπλευρη χοάνη των μηχανισμών; Νομίζω σε αυτό το σημείο υπάρχει διαμάχη αλλά και έντονος σκεπτικισμός.

Κατά την προσωπική μου προσέγγιση Ποίηση είναι ο «Γυάλινος Κόσμος» του Τένεσι Ουίλιαμς, οι στίχοι είναι τα γυάλινα ζωάκια της Λώρα και Ποιητής είναι η Λώρα ως εύθραυστη παρουσία με τις πλείστες αναπηρίες της και τα προσωπικά ελλείμματά της. Στην προσπάθειά του ο Ποιητής ν’ αντιπαρέλθει αυτού του προσωπικού ελλείμματος, κατατρύχεται απ’ τον δημιουργικό θρήνο, ο οποίος εξωτερικεύει το απόσταγμα της βαθιάς γνώσης της πλήρους αγνωσίας μας.

Δεν νομίζω πως μέλημα του αληθινού Ποιητή, ο άνθρωπος δηλαδή που πραγματικά «κατατρύχεται απ’ τον δημιουργικό θρήνο», είναι η περίσκεψη και οι τακτικές σχετικά με την καθιέρωσή του, αυτό απορρέει από άλλες παραμέτρους. Ας μην ξεχνάμε πως η Τέχνη έχει υπαχθεί με επαίσχυντο τρόπο στις μυλόπετρες της εμπορευματοποίησης. Υπάρχουν έργα, με τα οποία δεν ασχολήθηκε ποτέ η επιστήμη από φόβο, επειδή ορισμένα έργα κρίνονται «επικίνδυνα». Πρόσφατα αποχαρακτηρισμένα έγγραφα έφεραν στο φως πως η CIA υποκίνησε προβολή έργων των Jackson Pollock, Robert Motherwell, Willemde Kooning, Mark Rothko και κατ’ επέκταση προώθηση του Εξπρεσιονισμού με απώτερο σκοπό να αποδείξουν οι ΗΠΑ υπεροχή στο προπαγανδιστικό ψυχροπολεμικό κλίμα έναντι της Σοβιετικής Ένωσης. Επίσημα στελέχη επιβεβαίωσαν την τακτική της CIA τιτλοφορούμενη ως «longleash», η οποία περιελάμβανε χρηματοδότηση συγκεκριμένης Διανόησης και της περιοδείας της Διεθνούς Εκθέσεως «Advancing American Art», για την οποία ο ίδιος ο Truman αναφώνησε: «Εάν αυτό είναι τέχνη, τότε είμαι ένας Hottentot» και άλλος Πολιτικός του Κογκρέσο: «Είμαι απλώς ένας αδαής Αμερικάνος που πληρώνει φόρους γι’ αυτό το είδος σκουπιδιών». Για την προώθηση είχαν στρατευτεί απόφοιτοι των πανεπιστημίων Yale και Harvand, φιλελεύθεροι συλλέκτες έργων Τέχνης, οι οποίοι όφειλαν να παρουσιάσουν τον Εξπρεσιονισμό ως «το είδος Τέχνης, το οποίο έκανε τον Σοσιαλιστικό Ρεαλισμό να φαντάζει ακόμη πιο στυλιζαρισμένο και περισσότερο άκαμπτο και καταπιεσμένο από όσο ήταν. Και δεδομένου πως η Μόσχα παρουσίαζε άκαμπτη στάση σε οποιοδήποτε είδος αντικομφορμισμού, η σχέση έγινε αντικείμενο εκμετάλλευσης.» Τα ίδια έγγραφα αναφέρουν πως «Επειδή ο Εξπρεσιονισμός ήταν ακριβός αναφορικά με την μετακίνηση του και την εκθεσιακή διαδικασία, εκατομμυριούχοι και μουσεία εκλήθησαν στο παιχνίδι. Ανάμεσα τους διέπρεψε ο Nelson Rockfeller, η μητέρα του οποίου υπήρξε συν-ιδρύτρια του Museum of Modern Art της Νέας Υόρκης. Ως πρόεδρος του «Μουσείου της μαμάς», όπως το αποκαλούσε, ο Rockfeller υπήρξε ένας από τους βασικότερους χρηματοδότες του Αφηρημένου Εξπρεσιονισμού (τον οποίο αποκαλούσε «ελεύθερη ζωγραφική των επιχειρήσεων»). Το μουσείο του συνθηκολόγησε με το Congress of Cultural Freedom, ούτως ώστε να οργανώσει και, γενικότερα, να επιμεληθεί τα περισσότερα από τα πιο σημαντικά shows τέχνης. Το μουσείο, επιπροσθέτως, συνδέθηκε με τη CIA χάρη σε αρκετούς ακόμη συνδετικούς κρίκους.»

Μετά από όλο αυτόν τον καταιγισμό πληροφοριών, που μας προσανατολίζουν ή μας αποπροσανατολίζουν καθημερινά, νομίζω είναι αδύνατον να καταλήγουμε ελαφρά τη καρδία σε Κριτική της Τέχνης, αφού όπως αποδεικνύεται πολλά έργα λειτουργούν ως έναυσμα συνομωσιών ερήμην ενίοτε ενδεχομένως και του ίδιου του Καλλιτέχνη.

 

Επιμενίδειος Οίστρος

 

― Κυκλοφόρησε πρόσφατα ένα βιβλίο σου, το «Επιμενίδειος Οίστρος» κι έχεις στο ενεργητικό σου κι άλλο ένα το «Στις ακρώρειες της μοναξιάς». Θέλεις να μας μιλήσεις γι΄ αυτά τα δύο; Πως προέκυψε αυτό το εκδοτικό εγχείρημα; Αν κάποιος θέλει να σε ανακαλύψει στο διαδίκτυο για να σε διαβάσει, πού μπορεί να σε βρει;

Και τα δύο αυτά έργα αφορούν σε ποιητικές συνθέσεις, που σημαίνει ποιητική πλοκή με Αρχή-Μέση-Τέλος.

Η ποιητική σύνθεση «Στις ακρώρειες της Μοναξιάς» αφορά στον εκφυλισμό των σχέσεων ανάμεσα στα δύο φύλλα. Το ΕΓΩ, μονοδιάστατο και αφορά στην ιδιότητα της Γυναίκας, αντιπαρατίθεται στο ΕΣΥ, τρισδιάστατο και αφορά στην ιδιότητα του Άνδρα-της Πολιτείας-της Κοινωνίας, όπως αυτές δομούνται υπό το θεμελιακό πλαίσιο της Πατριαρχίας. Και τα δύο φύλλα ασφυκτιούν προσπαθώντας να επιτηδευτούν-αποδείξουν τον ρόλο τους ενστερνιζόμενα τις δοτές συμπεριφορές κάθε φορά.

Η ποιητική σύνθεση «Επιμενίδειος Οίστρος» πραγματεύεται την πορεία του ανθρώπου απ’ τη γέννηση μέχρι τον Θάνατο. Η όλη πλοκή εκτυλίσσεται στην Πλατεία Αριστοτέλους. Η παρατήρηση μίας Πλατείας με την πληθυσμιακή και συμπεριφορική της πολυχρωμία αντικατοπτρίζει πολυεπίπεδες εστίες Φωτιάς, που δρομολογούν τη Δημιουργία, κι εφ’ όσον τη λείχει η Θάλασσα, αναφαίνεται το Νερό ως σημείο μεσότητάς της. Είναι τα αντιφατικά δίδυμα των Προσωκρατικών, Μηδέν και Είναι, που αποκαθηλώνουν τη στερεότητα του Μόνιμου. Στη μικρογραφία του Κόσμου, την Πλατεία δηλαδή, οι Παράξενοι Ταξιδιώτες και ο αναγνώστης έρχονται αντιμέτωποι με το ιδεώδες του εσθλού Ανθρώπου και τον ανταγωνιστή του.

Οι μύχιες απορίες του ανθρώπου επανέρχονται με γεωμετρικούς ρυθμούς, μία διαδικασία που συνεπάγεται τη δυνατότητα έκθεσής μας σε διαφορετικό βεληνεκές απ’ αυτό στο οποίο είμαστε συνηθισμένοι. Μία ανάγκη επικοινωνίας, που αντικρύζει την αδιαλλαξία της και απολιθώνει τους τυφώνες της στο εκδοτικό εγχείρημα. Και στα δύο έργα υπάρχει το αιώνιο ερώτημα:

Ο Άνθρωπος
_ είναι ον ερμαφρόδιτο, το οποίο ένας Πλάστης-Δημιουργός σχηματοποίησε κι εκ των υστέρων χωρίζει στα δύο, ώστε να εμφανιστούν τα δύο φύλα;
_ επινοείται η Γυναίκα μέσα απ’ την σαρκική ανησυχία του Ανδρός, όπως παρουσιάζουν οι μονοθεϊστικές Θρησκείες, ως υποδεέστερο ωστόσο στήριγμά του;
_ γεννιέται εξ’ αρχής σε δύο εκδοχές, Γυναίκα και Άνδρας, με την σεξουαλικότητά τους να σηματοδοτεί την αναπαραγωγή και να υποφέρει στο αντικαθρέφτισμα της θνητότητας;

Κείμενά μου είναι δημοσιευμένα σε διάφορους ιστοτόπους, όπως Λόγιος Ερμής-Fractalart-Αιολικά γράμματα. Τελευταία δημοσιεύονται κείμενα κυρίως στη Σφήκα.

 

― Η ποίηση σήμερα πιστεύεις ότι τραγουδιέται; Και αν ναι, που υπάρχει μελοποιημένη ποίηση, πώς μπορεί κανείς να την αναζητήσει; Υπάρχουν δείγματα ποιητικά όπως στο παρελθόν που η συνεργασία στίχων και μουσικής ύψωναν το συναίσθημα και μας έκαναν να σηκωθούμε από τον καναπέ και να παλέψουμε για ιδανικά και δικαιώματα; Είναι τελικά καλύτερα να διαβάζονται τα ποιήματα, να μελοποιούνται ή και τα δύο; Τι είναι προτιμότερο ώστε να επιβιώσει στο χρόνο ένα ποίημα και να γίνει γνωστό;

Η Ποίηση μελοποιείται, είτε ο στίχος έχει προβλέψει την εμμέλειά του είτε όχι. Χιλιάδες συνεργασίες καθημερινά παρουσιάζουν τη ζεύξη στίχου-μουσικής. Το άκουσμα αντανακλά τα βιώματά μας-τις συνήθειές μας-τη διάνοιά μας. Όλα αποτελούν συνιστώσες της χαρακτηροδομής μας.

Οι καιροί που διανύουμε είναι χαλεποί, αλλά το άτομο φαίνεται ανίσχυρο να αντιβεί τον εαυτό του, ώστε να μαχηθεί για Ιδανικά. Συνήθως ακούμε την απλοϊκή απάντηση: «Να καταστρέψω εγώ τη ζωή μου ενώ οι άλλοι δεν κάνουν τίποτα». Είναι η έννοια του conatus, η τάση κατά τον Spinoza, που οδηγεί στον μιμητισμό, τρέχουν οι Θνητοί στον Ειδικό να τους ορίσει ή να ερμηνεύσει τις ανάγκες τους, πράγμα που δηλώνει επίπλαστη ψευτοπρόοδο αλλά ξεκάθαρο ευνουχισμό, και να τους προτρέψει σε έξοδο απ’ τις Κοινωνικές Επιταγές. Ωστόσο θα πρέπει να ξεκαθαρίσουμε τη διαφορά ανάμεσα στους όρους «Κοινωνική Επιταγή» και «Ηθική Ευθύνη».

Αν θα έχει ο Άνθρωπος ετεροφυλικές ή ομοφυλοφιλικές σχέσεις, αν θέλει να περπατήσει στον δρόμο γυμνός, αν θέλει ν’ ακούσει ροκ ή κλασσική μουσική, αν θέλει να ερωτευτεί έναν με κοστούμι ή έναν με τζιν, όλα αυτά είναι «Κοινωνικές Επιταγές» και καλό είναι να δραπετεύουμε απ΄ τα στερεότυπά τους. Αν όμως αδιαφορώ για τις συνθήκες επιβίωσης ανθρώπων σε Ιδρύματα-για τη διεξαγωγή Πολέμων-για τη δομική ανεργία, αν είμαι συνταξιούχος κι εργάζομαι στερώντας τη θέση σε κάποιον που δεν έχει κανέναν πόρο διαβίωσης, αν πετώ δύο σακούλες με τρόφιμα στον άνεργο αλλά δεν κινητοποιούμαι για μια δικαιότερη ανακατανομή, όλα αυτά δηλώνουν «Ηθική Ευθύνη» κι εδώ οι Θνητοί χάσαμε το στοίχημα.

Όταν στο παρελθόν συνεργασίες ορόσημο ύψωναν το συναίσθημα σίγουρα είχαν τη Δυναμική να το πράξουν. Οφειλόταν ωστόσο και στο ευεπίφορο Κοινό, το οποίο είχε στις αποσκευές του τη στέρηση και το θάρρος της πάλης, είχε στη φαρέτρα του την αλληλέγγυα συνοχή. Σήμερα έχει μετατραπεί το μεγαλειώδες «Εγώ θα αλλάξω τον Κόσμο!» του Καζαντζάκη στο επονείδιστο «Εγώ θα αλλάξω τον Κόσμο;». Αν το σκεφτούμε ένα σημείο στίξης είναι η διαφορά. Ας κοιτάξουμε δίπλα μας: δεν υπάρχει θέληση για διεκδίκηση του Δίκαιου αλλά του Νομότυπου, και όπου Νόμος βέβαια δεν πρεσβεύει το δίκιο, δεν μεριμνά για Ισονομία-Ισοπολιτεία-Ισηγορία. Ο κοινωνικός ιστός δεν παρουσιάζει συνοχή, όσοι έχουν ακόμη ένα μισθουλάκο ή μία συνταξούλα ενδιαφέρονται πως θα το συγκρατήσουν. Όσοι δεν έχουν καμία ασφάλεια, συναισθηματική-κοινωνική-εργασιακή-πολιτική-οικονομική, είτε αυτοκτονούν είτε υπομένουν απομονωμένοι. Χειρότερες μέρες έρχονται, δυστυχώς, επειδή ο Άνθρωπος ενοφθαλμίζεται την Έπαρσή του και όχι το Πνεύμα του.

«Η Ποίησις είναι το καταφύγιο που φθονούμε» κατά τον Κώστα Καρυωτάκη. Είτε μελοποιούνται είτε διαβάζονται τα Ποιήματα είναι των δένδρων η φυλλοβολή και τα ανθεστήρια των βασανισμών και ο αναγνώστης χρειάζεται μεγάλη δύναμη για να καταδυθεί στο βάθος των στίχων.

Δεν γράφω με γνώμονα την επιβίωση των στίχων, διότι δεν ξέρω ποιοι παράγοντες θα τους κατατρέξουν ή θα τους παρασταθούν ενδεχομένως. Θα ήταν σαν να φαντάζεται ο Άνθρωπος την ασεξουαλική αναπαραγωγή του. Τα Πάντα ρει…

 

«…Σήμερα έχει μετατραπεί το μεγαλειώδες “Εγώ θα αλλάξω τον Κόσμο!” του Καζαντζάκη στο επονείδιστο “Εγώ θα αλλάξω τον Κόσμο;”.…»

 

― Με λίγα συνοπτικά λόγια, τί αποτελεί για σένα λογοτεχνία; Για την ακρίβεια, τί θεωρείς «καλή» λογοτεχνία; Υπάρχει καλή και κακή λογοτεχνία τελικά; Και αν ναι, τότε γιατί η κακή λογοτεχνία τυπώνεται και βρίσκει απήχηση; Τελικά, υπάρχει κατά τη γνώμη σου παραλογοτεχνία στην Ελλάδα και πού εντοπίζεται αυτή;

Ετυμολογικά είναι η Τέχνη του Λόγου, το να χειρίζεσαι τον Λόγο. Ορμώμενοι απ’ την ετυμολογία του όρου, σαφέστατα και υπάρχει η καλή και η κακή της όψη. Στον 21ο αιώνα τυπώνονται τα πάντα και ως ένα σημείο με βρίσκει σύμφωνη η τακτική αυτή, η οποία τεκμηριώνει την Ελευθερία της Έκφρασης. Πέραν τούτου επαφίεται στον αναγνώστη, ο οποίος ωστόσο δεν αποσαφηνίζεται αν προσανατολίζεται ή όχι από έμμεσες πρακτικές. Γράφει ένα έργο ένας Πολιτικός ή ένας Επιχειρηματίας ή ένας Ακαδημαϊκός, ακολουθεί σωρεία κριτικών, χωρίς αυτό να υποδηλώνει την αξία ή όχι του έργου αλλά την ύπαρξη ενός γιγαντιαίου μηχανισμού, στον οποίον είτε έχεις πρόσβαση είτε όχι. Είναι απλό, οδυνηρό αλλά πραγματικό και οφείλουμε να μην εθελοτυφλούμε.

Η παραλογοτεχνία συνδέεται άμεσα με την αστικοποίηση. Άρχισε να εντοπίζεται σε πληθυσμιακές μερίδες αγράμματων, όπως οι Γυναίκες και τα εργατικά-αγροτικά στρώματα του 19ου αιώνα. Συνιστούσε την «Περιθωριακή Λογοτεχνία» για τους Έκπτωτους της Αστικής Κοινωνίας, η οποία βίωνε μία υπεροχή αλλά δεν παραδεχόταν την υπαιτιότητά της για την εξάπλωση της αγραμματοσύνης στα χαμηλά στρώματα. Στο λυκαυγές του 21ου αιώνα και όσον αφορά στη Δύση, οι άνθρωποι βρίσκονται μέσα στα Ιδρύματα Εκπαίδευσης απ’ την ώρα της γέννησής τους μέχρι και τον θάνατο, αν το θελήσουν. Παρ’ όλα αυτά η Παραλογοτεχνία υπάρχει επιβεβαιώνοντας την ειρωνική συνύπαρξη Κατάρτισης και Αμορφωσιάς. Η κριτική οξύνοια δεν διδάσκεται.

Μετεξέλιξη της Παραλογοτεχνίας, θα έλεγα, είναι η «Παραδιαδρομή», κι ας επιτραπεί η επινόηση του όρου. «Παραδιαδρομή» αποτελεί η επίδειξη αναγνωσμάτων στα Social Medias, είναι μία αστεία κίνηση των Θνητών να αποκτήσουν επιπρόσθετο γόητρο. Δεν κατανοώ για ποιον λόγο θα έπρεπε να φωτογραφίσω το εξώφυλλο ενός απ’ τα βιβλία του Foucault ή τον εαυτό μου να διαβάζει Foucault. Πρόκειται για την ναρκισσιστική ανασφάλεια που νιώθουν τα άτομα μέσα στο μαγγανοπήγαδο της ισοπέδωσης ή στη μάταιη ψαύση του ΕΓΩ τους στη λήθη της Απεραντοσύνης; Με προβληματίζει…

 

«…«Παραδιαδρομή» αποτελεί η επίδειξη αναγνωσμάτων στα Social Medias, είναι μία αστεία κίνηση των Θνητών να αποκτήσουν επιπρόσθετο γόητρο.…»

 

― Μεταγενέστερα τι άλλο μπορούμε να περιμένουμε να δούμε από την Ευαγγελία Τυμπλαλέξη στα γράμματα και την αρθρογραφία. Τι μας επιφυλάσσεις για το άμεσο μέλλον;

Είμαι πάρα πολύ ανήσυχη φύση. Ερευνώ τα συγγράμματα σε καθημερινή βάση. Με πιάνει απελπισία, όταν σκέφτομαι πως δεν προλαβαίνω να κολυμπήσω σε όλες τις ακτές της Γνώσης. Σχετικά με την αρθρογραφία εντρυφώ σε γεγονότα που έχουν σημαδέψει την Ανθρωπότητα και προσπαθώ να αποδώσω όσο το δυνατόν γίνεται πιο αντικειμενικά τις καταστροφικές τους συνέπειες. Μέσα απ’ τη διαδικασία αυτή βελτιώνω τον τρόπο σκέψης μου, αναθεωρώ τη στάση και τις πράξεις μου, αναλογίζομαι τα λάθη μου, ώστε να ενεργώ λιγότερο εις βάρος άλλων ανθρώπων ή μερίδων ανά τον Κόσμο. Βάζω ακόμη περισσότερες κόκκινες γραμμές, έστω κι αν υπάρχει προσωπικό κόστος. Με ενοχλεί η έλλειψη Δικαιοσύνης και δεν δέχομαι πως το Δίκαιο είναι υποκειμενικό. Κατά τη δική μου θεώρηση υπάρχει η Αντικειμενική πλευρά και αρκεί να την αφουγκραστούμε.

Σε ανάλογο μήκος κύματος κινούμαι και με την Ποίηση. Η παραμικρή ανάσα συνιστά ερέθισμα για μένα, διάφορα χαρτάκια και σκόρπια αρχεία στον υπολογιστή περιμένουν χωρίς καθόλου υπομονή να τα ξεμπλέξω απ’ το κουβάρι, στο οποίο εγώ τα υπέβαλα.

Άμεσα ετοιμάζουμε ένα έργο με τον κύριο Αλέξανδρο Τσαντίδη, εικαστικός. Το έργο αφορά σε εικονογραφία του Αλέξανδρου και κείμενο δικό μου. Είναι η «σαγήνη των αυθαιρέτων εμποδίων», όπως αποκαλώ τη συνεργασία, για τον απλό λόγο πως είμαι εγγενώς Μοναχική και τη σύμπραξη με τα σχεδιάσματα του Αλέξανδρου οροθετούν από τη συνηθισμένη μου οπτική μοναχικής Δημιουργίας διαφορετικά σύνορα. Είναι ένα παιχνίδι, το οποίο επιστρατεύει επιδεξιότητα, σύγχυση, προσήλωση στη συνεισφορά, σε βοηθάει ν’ ανακαλύψεις την περιττότητα των όμοιων σημείων για να επιδοθείς στην Τέχνη!

 

― Τελικά η Ευαγγελία Τυμπλαλέξη δηλώνει ποιήτρια, αρθρογράφος, λογοτέχνης, απλά συγγραφέας ή κάτι άλλο; Αν νιώθεις ποιήτρια, συγκαταλέγεις τον εαυτό σου μέσα στο πάνθεο των μεγάλων μας δημιουργών (στιχουργών και ποιητών); Τι είμαστε τελικά εμείς;

Δηλώνω Λώρα με πλείστες αναπηρίες κι εμμονές, που αναζητά τις απαντήσεις της σε όλα τα ερωτήματα που τέθηκαν στο διάβα της Ζωής. Μία Λώρα που κρύβεται πίσω απ’ τα γυάλινα ζωάκια της, τους στίχους δηλαδή, κι εκλιπαρεί τους αντικατοπτρισμούς να αγκαλιάσουν την παγωμένη απορία της. Δεν μου αρέσουν τα επίθετα Μεγάλος ή Μικρός, είναι σαν να εξιστορούμε έναν Πόλεμο και ν’ αναφερόμαστε στα ονόματα των Αξιωματικών και των Κυβερνητών παραβλέποντας τον απλό οπλίτη.

Δηλώνω Λώρα, που γράφει και δημοσιεύει, γνωρίζοντας πως αυτό σημαίνει πως ξετυλίγεις το Είναι σου 24 το εικοσιτετράωρο, εξήντα δευτερόλεπτα ανά λεπτό. Θέτεις το Είναι σου υπό το μικροσκόπιο του κάθε επαΐοντα και του κάθε αδαή, του κάθε μεγάθυμου και του κάθε μικρόψυχου, του κάθε ανίσχυρου και του κάθε ρωμαλέου. Οπλίζεις εσύ ο ίδιος τους Πάντες γύρω σου με επιχειρήματα εναντίον σου. Κι όταν πλησιάζουν όλοι με τα μυδραλιοβόλα τους, με τα κοφτερά τους νύχια και τις αδυσώπητες οπλές τους, πετώ και το τελευταίο κουρέλι απ’ το πληγιασμένο κορμί και χάνομαι στη ζούγκλα, ως γνωστόν τα Θηρία ακολουθούν την οσμή του αίματος, αφού πρώτα ξεσκίσουν το πεταμένο ιμάτιο…

 

«…Δηλώνω Λώρα.…»

 

― Σε ευχαριστώ από καρδιάς Ευαγγελία για την παραχώρηση της συνέντευξης.

Κι εγώ σ’ ευχαριστώ Γιώργο για τις ουσιαστικές εμβολίσεις, που πέτυχες στον Λογισμό και στην Ψυχή μου.

Γιώργος Κόκκινος

Ο Γιώργος Κόκκινος ξεκίνησε τη συγγραφική του δραστηριότητα το 2004 κι έκτοτε συνεχίζει να γράφει αποσπασματικά, στιχουργήματα αποκλειστικά στο διαδίκτυο ως διαδικτυακός εραστής της τέχνης. Είναι μέλος της ΠΕΛ από το 2007 και έχει στο ενεργητικό του το Γ΄ Βραβείο ποίησης του διαγωνισμού της ΠΕΛ για το έτος 2006. Γεννήθηκε στην Κηφισιά Αττικής τον Σεπτέμβρη του 1977 και ζει ακόμα στην Αθήνα, έχοντας επιπλέον στο ενεργητικό του δημοσιεύσεις σε λογοτεχνικά περιοδικά (έντυπα και του διαδικτύου) καθώς και συμμετοχές σε επετειακά-ετήσια ημερολόγια και ανθολογίες ποίησης. Πλήρης εργογραφία >> Συμμετέχει στο eBooks4Greeks.gr από τον Αύγουστο του 2018.

Άρθρα - Website

Κατηγορία: ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ - ΔΗΜΙΟΥΡΓΟΙ, ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ

Tags: , ,

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *