«Η μαγεμένη πολιτεία» – Λαϊκό Παραμύθι #1 – (2os διαγωνισμός eBooks4Greeks)

Share

«Η μαγεμένη πολιτεία» - Λαϊκό Παραμύθι #1 - (2os διαγωνισμός eBooks4Greeks)

 

Μια φορά και έναν καιρό, σ’ ένα μακρινό βασίλειο, ήταν ένας βασιλιάς που είχε τρία αγόρια. Όταν μεγάλωσε το μικρότερο βασιλόπουλο είπε στον πατέρα:
– Πατέρα, θα πάω να κυνηγήσω.
– Να πας, παιδί μου, αλλά να πάρεις μαζί σου τους υπηρέτες και ένα άλογο.

Έτσι και έγινε, πήγανε στο δάσος και καθώς ψάχνανε να κυνηγήσουνε, το βασιλόπουλο είδε ένα μονοπάτι, ξέφυγε κρυφά από την προσοχή των υπηρετών και αφού διέσχισε μόνος του το μονοπάτι, προχώρησε και είδε απέναντι μία κάτασπρη μαγική πολιτεία. Μα τι ωραία πολιτεία είναι αυτή και δεν με έφερε ποτέ ο μπαμπάς μου, σκέφτηκε.

Βαράει το άλογό του και πηγαίνει στην πολιτεία αυτή. Μόλις έφτασε, βλέπει μία γιαγιά με ένα μπαστουνάκι.
– Καλώς το παλικάρι μου, καλώς το παιδί μου, είπε η γιαγιά και αγγίζοντας με το ραβδί της το βασιλόπουλο, αυτό ξαφνικά μαρμάρωσε πάνω στο άλογό του.

Περίμεναν οι υπηρέτες να γυρίσει, μα μάταια. Επιστρέφουν στο παλάτι…
– Μεγαλειότατε, χάσαμε το παιδί.
– Πώς το χάσατε; Πηγαίνετε να το βρείτε, είπε εκνευρισμένος ο βασιλιάς.

Ψάχνανε για μέρες ολόκληρες, τίποτα… δεν μπόρεσαν να βρουν το βασιλόπουλο…
Έτσι, μία μέρα, το δεύτερο σε ηλικία βασιλόπουλο αποφάσισε να πάει να βρει τον αδελφό του. Καβαλάει το άλογό του, πηγαίνει και παίρνει το ίδιο μονοπάτι. Βλέπει κι αυτός την κάτασπρη μαγική πολιτεία και σκέφτηκε εκεί θα πήγε ο αδελφός μου, θα πάω και εγώ εκεί… Όπως και έγινε…Έφτασε εκεί και η γιαγιά η μάγισσα, αφού τον καλωσόρισε, τον αγγίζει με το ραβδί και τον μαρμαρώνει.

Ψάχνανε πάλι το άλλο βασιλόπουλο αφού είχε αργήσει να επιστρέψει, οι υπηρέτες γύρισαν πάλι στον βασιλιά ανακοινώνοντάς του πως χάθηκε και το δεύτερο βασιλόπουλο. Τότε το τρίτο βασιλόπουλο είπε στον πατέρα τους πως θα πάει να βρει αυτός τους αδελφούς του. Αφού πήρε μαζί του ένα μεγάλο σπαθί, το όπλο του και το άλογό του, πηγαίνει να βρει τους αδερφούς του. Πάει στο βουνό τίποτα, βλέπει το μονοπάτι, το ακολουθεί και βλέπει την κάτασπρη μαγική πολιτεία. Μα τι ωραία πολιτεία είναι αυτή, σκέφτηκε, εκεί θα πήγαν τα αδέλφια μου και ξεχάστηκαν να γυρίσουν. Βαράει το άλογό του, πηγαίνει κι αυτός στην πολιτεία και βλέπει τη γιαγιά μάγισσα να πλησιάζει… Βγάζει το σπαθί του και την καρφώνει.

– Πες μου, γιαγιά, ποιος μαρμάρωσε τα αδέλφια μου;
– Μη με σκοτώσεις, παιδάκι μου, θα σου πω εγώ.
– Πες μου τώρα, πώς θα τους επαναφέρω;
– Θα πας απάνω στο βουνό, εκεί είναι το αθάνατο νερό, στο δρόμο θα βρεις εμπόδια όπου πρέπει να τα ξεπεράσεις, θα βρεις τη Λάμνια η οποία φυλάει το αθάνατο νερό. Θα πρέπει να τη βρεις να κοιμάται, ώστε να το πάρεις.

Πάει το βασιλόπουλο και στο δρόμο που πήγαινε βρίσκει μια βρυσούλα και πάει να πιει νερό. Αφού ήπιε νερό είπε να καθαρίσει και την βρυσούλα γιατί ήταν βρώμικη. Παραπέρα βρίσκει έναν σκύλο, πήγε να τον δαγκώσει και αμέσως το βασιλόπουλο του έριξε να φάει λίγο από το κρέας που κουβαλούσε για να φάει ο ίδιος. Πιο πάνω συναντά μία αρκούδα, τον πλησίαζε για να τον φάει αλλά της έριξε και το υπόλοιπο κρέας που είχε και η αρκούδα ηρέμησε. Είδε μετά τη Λάμνια, η οποία κοιμότανε, πηγαίνει γεμίζει το παγούρι του νερό και όπως πάει να φύγει ξυπνάει η Λάμνια. Τον βλέπει και με ανθρώπινη λαλιά φωνάζει:

– Αρκούδα μου, σήκω, μας πήρε το Αθάνατο νερό!
– Όχι ,γιατί αυτός με τάισε και εσύ με είχες αφήσει νηστικιά.
– Σκύλε μου, πιάσε τον και δάγκωσε τον.
– Όχι, γιατί αυτός με τάισε.
– Βρύση μου, γίνε λίμνη και πνίξε το βασιλόπουλο.
– Όχι, γιατί ήμουν βρώμικη και με καθάρισε και ήπιε και από το νερό μου.

Έτσι, το βασιλόπουλο κατάφερε να ξεπεράσει τα εμπόδια λόγω των καλών του πράξεων και πήγε στη γιαγιά, η οποία του είπε να ρίξει από μία σταγόνα αθάνατο νερό σε όλους για να ζωντανέψουν. Το βασιλόπουλο τους ζωντάνεψε όλους και γυρίσανε όλοι μαζί πίσω στο βασιλιά και όλοι μαζί κάνανε γιορτή, φάγανε, ήπιανε, χορέψανε και γλεντήσανε και ζήσαν αυτοί καλά και εμείς ακόμα καλύτερα.

 

*Το παραπάνω παραμύθι προέρχεται από την Αγία Παρασκευή (Κεράσοβο) Κονίτσης, Ιωαννίνων.
Μου το διηγήθηκε η θεία μου Λευκοθέα Κιτσάκη γεννηθείσα το 1934 και είναι εν ζωή. Της ίδιας το διηγούνταν η δική της γιαγιά, η οποία είχε γεννηθεί το 1890 περίπου.

Ανδρομάχη Μπούνα

 

Δείτε τα αποτελέσματα του διαγωνισμού Εδώ >>

Κατηγορία: ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΑ / ΛΑΪΚΑ ΠΑΡΑΜΥΘΙΑ

Tags:

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *