«Ο κυρ-Νικόλας ο λύκος και η κυρα-Μάρω η αλεπού» – Λαϊκό Παραμύθι #5 – (2os διαγωνισμός eBooks4Greeks)

Share

«Ο κυρ-Νικόλας ο λύκος και η κυρα-Μάρω η αλεπού» – Λαϊκό Παραμύθι #5 – (2os διαγωνισμός eBooks4Greeks)

 

Μια φορά κι ένα καιρό ζούσαν μαζί σε ένα δάσος ο κυρ-Νικόλας ο λύκος και η κυρα-Μάρω η αλεπού.

Μια μέρα, λοιπόν, εκεί που περπατούσαν βρήκαν δίπλα από τον κορμό ενός δέντρου ένα κιούπι γεμάτο με μέλι. Ο λύκος χάρηκε, γιατί πεινούσε και πρότεινε στην αλεπού να το μοιραστούν. Η κυρα-Μάρω η αλεπού όμως, επειδή ήθελε να φάει όλο το μέλι μόνη της, είπε στον λύκο:

–Δεν είναι σωστό να φάμε το μέλι! Γιατί αυτός που το έχασε μπορεί να το αναζητήσει. Πρέπει, λοιπόν, να το κρύψουμε και να περιμένουμε, ώσπου να βγει το καινούργιο φεγγάρι (δηλαδή σε τέσσερις εβδομάδες) και άμα δεν το ψάξει κάποιος, τότε να το φάμε.

Οι μέρες όμως περνούσαν και ο κυρ-Νικόλας ο λύκος, που πεινούσε πολύ, παρακαλούσε την αλεπού λέγοντας:

–Πάμε κυρα-αλεπού να φάμε λίγο μέλι, η πείνα με θερίζει.
–Όχι, του έλεγε, κάνε υπομονή, δεν βγήκε το καινούργιο το φεγγάρι.

Η κυρα-Μάρω η αλεπού, που και αυτή πεινούσε, σκέφτηκε να ξεγελάσει τον κυρ-Νικόλα τον λύκο και του είπε ότι την πρώτη Κυριακή του μήνα είναι καλεσμένη σε μια βάφτιση. Αυτή, όμως, αντί να πάει στη βάφτιση πήγε και έφαγε κάμποσο μέλι.

Μόλις γύρισε, τη ρώτησε ο λύκος:

-Κυρα-Μάρω, κυρα-Μάρω, πώς τα πέρασες στα βαφτίσια; Και πώς το είπαν το παιδί;

Η αλεπού του απάντησε:

Τα πέρασα πολύ καλά κυρ-Νικόλα! Και το παιδί το είπαν «Αρχηνιστή».
(Επειδή είχε αρχίσει να τρώει το μέλι).

Πέρασαν λίγες μέρες και έφτασε η δεύτερη Κυριακή. Η αλεπού πάλι ένιωσε την κοιλιά της να γουργουρίζει και είπε στον κυρ-Νικόλα τον λύκο:
–Κυρ-Νικόλα, κυρ-Νικόλα!
–Τι είναι κυρα-Μάρω;
–Και αυτήν την Κυριακή θα φύγω πάλι. Είμαι καλεσμένη σε κάτι βαφτίσια!
–Ας είναι, λέει εκείνος, με το καλό να πας!

Γύρισε η αλεπού το μεσημέρι και ο λύκος τη ρώτησε:
–Κυρα-Μάρω, κυρα-Μάρω, πώς τα πέρασες στα βαφτίσια; Και πώς το είπαν το παιδί;

Και η αλεπού του απάντησε:
–Τα πέρασα πολύ καλά κυρ-Νικόλα! Και το παιδί το είπαν «Μεσηστή».
(Επειδή το μέλι είχε φτάσει στη μέση από το κιούπι).

Και την τρίτη Κυριακή είπε στον λύκο τον αφελή την ίδια δικαιολογία, ότι ήταν καλεσμένη σε βάφτιση.
–Με το καλό να πας κυρα-Μάρω, της είπε πάλι εκείνος!

Η αλεπού φυσικά αντί να πάει σε βάφτιση πήγε και έφαγε το υπόλοιπο μέλι.

Αφού γύρισε, τη ρώτησε ξανά ο λύκος:
-Κυρα-Μάρω, κυρα-Μάρω, πώς τα πέρασες στα βαφτίσια; Και πώς το ονόμασαν το παιδί;
-Και η αλεπού του απάντησε:
-Τα πέρασα πάρα πολύ καλά κυρ-Νικόλα! Και το παιδί το ονόμασαν «Πλυμένο ξεπλυμένο και γυρισμένο ανάποδα».

Πολύ περίεργο όνομα έδωσαν στο παιδί, απόρησε ο λύκος.

Την τελευταία λοιπόν εβδομάδα του μήνα βγήκε επιτέλους το καινούργιο φεγγάρι και ο κυρ-Νικόλας ο λύκος είπε τότε στην αλεπού:

–Κυρα-Μάρω, το καινούργιο φεγγάρι βγήκε και κανείς δεν ήρθε να ζητήσει το κιούπι με το μέλι, δεν πάμε να το πάρουμε από εκεί που το κρύψαμε για να το φάμε;

Την αλεπού τότε την έζωσαν τα φίδια.

–Και δεν πάμε, του είπε, γεμάτη δισταγμό.

Μόλις έφτασαν εκεί που είχαν κρυμμένο το μέλι, βρήκαν το κιούπι άδειο, πλυμένο και γυρισμένο ανάποδα. Ο λύκος άρχισε να υποψιάζεται την αλεπού και εκείνη αναγκάστηκε να του αποκαλύψει όλη την αλήθεια. Ότι δηλαδή όλες αυτές τις φορές που έφευγε, δεν πήγαινε σε βαφτίσια, αλλά πήγαινε στην κρυψώνα και έτρωγε το μέλι.

Ο λύκος έγινε έξαλλος και άρχισε να κυνηγάει την αλεπού, γιατί τον ξεγέλασε. Τότε η κυρα-Μάρω άρχισε να τρέχει και κατάφερε να κρυφτεί μέσα στον κορμό ενός δέντρου για να γλυτώσει. Ο λύκος βάζοντας το χέρι του μέσα στον κορμό του δέντρου προσπαθούσε να πιάσει το πόδι της αλεπούς.

Όταν έπιανε το πόδι της, η αλεπού για να τον ξεγελάσει, έλεγε:

–Τράβα γάιδαρε τη ρίζα, τράβα γάιδαρε τη ρίζα!
Και εκείνος, νομίζοντας ότι έπιανε τη ρίζα, το άφηνε.
Και όταν ο λύκος έπιανε τη ρίζα, η αλεπού φώναζε:

– Λε λε, το ποδαράκι μου, λε λε το ποδαράκι μου!

Ο λύκος τότε τραβούσε όλο και περισσότερο τη ρίζα, ώσπου έπεσε ξερός από την κούραση.

Παραμύθι σας είπαμε, όσο μπορέσαμε σας γελάσαμε!

Λεπτομέρειες για το παραμύθι:
Το παραμύθι αυτό είναι ένα παλαιό, παραδοσιακό, βλάχικο παραμύθι που μου το αφηγήθηκε η πεθερά μου ετών 78,
η οποία το άκουγε από την γιαγιά της, όταν ήταν μικρή. Το παραμύθι λοιπόν αυτό δεν είναι κάπου καταγεγραμμένο
καθώς η βλάχικη διάλεκτος δεν έχει αλφάβητο. Έτσι ταξίδεψε έως τις μέρες μας από στόμα σε στόμα.

Ελένη Ζέρβα

 

Δείτε τα αποτελέσματα του διαγωνισμού Εδώ >>

Κατηγορία: Χωρίς κατηγορία

Tags:

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *