Ο ΠΟΡΦΥΡΑΣ (Διονύσιος Σολωμός) / Ανάλυση ✍

Share

Ο ΠΟΡΦΥΡΑΣ (Διονύσιος Σολωμός) / Ανάλυση

Ο ΠΟΡΦΥΡΑΣ

✍ γράφει η Μαρία Καρυτινού,

 

Διονύσιος Σολωμός: η Ζωή και το έργο του
Ο Σολωμός γεννήθηκε στη Ζάκυνθο το 1789. Το 1808 ένα χρόνο μετά το θάνατο του πατέρα του ο Σολωμός φεύγει μαζί με τον Ιταλό δάσκαλό του Don Santo Rossi για την Ιταλία, όπου θα σπουδάσει αρχικά στο λύκειο της Κρεμόνας και έπειτα Νομικά το Πανεπιστήμιο της Παβίας. Εκεί γράφει τα πρώτα του ποιήματα και γίνεται γνωστός στους ιταλικούς λογοτεχνικούς κύκλους. Το 1818 επιστρέφει στη Ζάκυνθο και αρχίζει τις πρώτες του ποιητικές δοκιμές στα ελληνικά, ενώ μελετά το νεοελληνικό ποιητικό λόγο στα έργα της κρητικής λογοτεχνίας, στα δημοτικά μας τραγούδια και στα ποιήματα του Βηλαρά και του Χριστοπούλου. Το 1821 ξεσπά η ελληνική επανάσταση που θα επηρεάσει την πένα του ποιητή. Ο Σολωμός διακρίνεται για την προσήλωση του στην ιδέα της τελειότητας, στην επιδίωξη της εκφραστικής τελειότητας των ποιητικών του συλλήψεων, όπως δείχνουν οι αλλεπάλληλες επεξεργασίες που έκανε σε στίχους ή και σε ολόκληρες συνθέσεις. Κατόρθωσε να υποτάξει σε μια ενότητα τα στοιχεία του ρομαντισμού και του κλασικισμού. Πέθανε στην Κέρκυρα το 1859 σε ηλικία 59 ετών. Τα έργα του εξέδωσε ο μαθητής του Ιάκωβος Πολυλάς. Έγραψε πολλά έργα, όπως Η Ξανθούλα, Ύμνος στην ελευθερία, ο Πόρφυρας, Ελεύθεροι Πολιορκημένοι, Κρητικός, Η Γυναίκα της Ζακύνθου, Διάλογος κλπ.

Ο Πόρφυρας (= καρχαρίας). Το βαθύτερο νόημα του ποιήματος.
Το ποίημα είναι από τα τελευταία ποιήματα του Σολωμού. Έχει σαν υπόθεση το θάνατό ενός Άγγλου στρατιώτη που τον κατασπάραξε στο λιμάνι της Κέρκυρας ένας Πόρφυρας (ένας καρχαρίας). Το ποίημα δεν ολοκληρώθηκε από το Σολωμό όπως και οι Ελεύθεροι Πολιορκημένοι. Μάλιστα, το διακρίνει ο λυρισμός και είναι εμπνευσμένο από ένα τυχαίο γεγονός, που όμως για το Σολωμό έγινε η αφορμή ποιητικής δημιουργίας. Μέσα στο ποίημα διακρίνει κανείς τον ιδεαλισμό του ποιητή, τον θαυμασμό στη φύση και τη ζωή καθώς και την ανθρώπινη μοίρα- την ειμαρμένη.

Η Κόλαση πάντ’ άγρυπνη σου στήθηκε τριγύρου·
Αλλά δεν έχει δύναμη πάρεξ μακριά και πέρα
Μακριά ‘πό την Παράδεισο, και συ σ’ εσέ ‘χεις μέρος·
Μέσα στα στήθια σου τ’ ακούς, Καλέ, να λαχταρίζει;

Κοιτάς του ρόδου τη λαμπρή πρώτη χαρά του ήλιου,
Ναι πρώτη, αλλ’ όμως δεύτερη από το πρόσωπό σου!

«Χιλιάδες άστρα στο λουτρό μ’ εμέ να στείλ’ η νύχτα!»

Γελάς και συ στα λούλουδα, χάσμα του βράχου μαύρο».

«Κοντά ‘ναι το χρυσόφτερο και κατά δω γυρμένο,
Π’ άφησε ξάφνου το κλαδί για του γιαλού την πέτρα,
Και κει γρικά της θάλασσας και τ’ ουρανού τα κάλλη,
Και κει τραβά τον ήχο του μ’ όλα τα μάγια πόχει.
Γλυκά ‘δεσε τη θάλασσα και την ερμιά του βράχου,
Και τ’ άστρο κράζει πάρωρα, και πρέπει να προβάλει
Πουλί πουλάκι, που σκορπάς το θαύμα της φωνής σου,
Ευτυχισμός α δεν είναι το θαύμα της φωνής σου,
Καλό στη γη δεν άνθισε, στον ουρανό, κανένα.
Αλλ’ αχ! να δώσω μια πλεξιά, και να ‘μαι και φθασμένος,
Ακόμ’, αφρέ μου, να βαστάς, και να ‘μαι γυρισμένος,
με δύο φιλιά της μάνας μου, με φούχτα γη της γης μου».

«Φιλώ τα χέρια μ’ και γλυκά το στήθος μ’ αγκαλιάζω.
Ανοιχτά πάντα κι άγρυπνα τα μάτια της ψυχής μου.
Ποια πηγή τάχα σε γεννά, χαριτωμένη βρύση;»

Φύση, χαμόγελ’ άστραψες κι εγίνηκες δική του·
Ελπίδα, τόδεσες το νου μ’ όλα τα μάγια πόχεις·
Νιος κόσμος όμορφος παντού χαράς και καλοσύνης.
Γύρου κοιτά να τον ιδεί…….
Κοντά ‘ναι κει στον νιον ομπρός ο τίγρης του πελάγου.
Κι αλιά! μακριά ‘ναι το σπαθί, μακριά ‘ναι το τουφέκι!
Αλλ’ όπως έσχισ’ εύκολα βάθος τρανό κι εβγήκε.
Κι όρμησε…..
Κατά τον κάτασπρο λαιμό που λάμπει ωσάν τον κύκνο,
Κατά το στήθος το πλατύ και το ξανθό κεφάλι,
Κατά τη μεγαλόψυχη γλυκιά πνοή της νιότης.
Έτσι κι ο νιος…..
Της φύσης από τς όμορφες και δυνατές αγκάλες,
Οπού τον εγλυκόσφιγγε και του γλυκομιλούσε,-
Κι ευθύς ξυπνά στ’ ελεύθερο γυμνό κορμί π’ αστράφτει,
Την τέχνη του κολυμπιστή μ’ αυτήν του πολεμάρχου.

Πριν πάψ’ η μεγαλόψυχη πνοή χαρά γεμίζει·
Άστραψε φως κι εγνώρισεν ο νιος τον εαυτό του·
Οι κόσμοι γύρου ν’ άνοιγαν κορόνες να του ρίξουν.
………………………………………………………..
Απομεινάρι θαυμαστό ερμιάς και μεγαλείου,
Όμορφε ξένε και καλέ, και στον ανθό της νιότης,
Άμε και δέξου στο γιαλό του δυνατού την κλάψα.

Το πρώτο απόσπασμα αποτελεί ένα είδος προλόγου για όλο το ποίημα με την αναφορά στην Κόλαση και στον Παράδεισο. Ο ποιητής απευθύνεται στο κακότυχο νέο και του λέει πως η δύναμη του κακού στήθηκε γύρω του, μα δεν έχει δύναμη παρά μακριά από τον ψυχικό πλούτο του ανθρώπου. Στη συνέχεια αναφέρεται στην ομορφιά του νέου και τονίζει πως η λάμψη του ρόδου είναι η πρώτη χαρά του ήλιου, δεύτερη όμως από το πρόσωπό του. Κατόπιν ο Σολωμός ξεσπά, θαυμάζοντας το φυσικό περιβάλλον, μέσω του νεαρού στρατιώτη. Βλέπει το χρυσόφτερο πουλί που άφησε το κλαδί του δέντρου και τράβηξε για το γιαλό. Μέσα στο χαρούμενο αυτό πλαίσιο ο άγγλος κολυμβητής φιλά τα χέρια του και αγκαλιάζει τα στήθη του δείχνοντας έτσι την ευτυχία που νιώθει. Αυτή η ομορφιά κρατά πάντα ανοιχτά και άγρυπνα τα μάτια της ψυχής. Κάπου όμως εκεί καραδοκεί το κακό, η κόλαση τόσο με τη στενή όσο και με την πλατιά έννοια του όρου. Ο τίγρης του πελάγους ορμά πάνω στο λαιμό του νέου, στο πλατύ του στήθος και στο ξανθό κεφάλι. ….ορμά και τον αρπάζει από τις δυνατές αγκάλες της φύσης και της ζωής. Ο νέος δεν παραμένει απαθής αλλά μάχεται, καθώς ξυπνά μέσα του η τέχνη του κολυμβητή, η τέχνη του πολέμαρχου. Η πάλη του νέου με τον τίγρη είναι φοβερή. Πριν πεθάνει γεμίζει με χαρά, διότι γνώρισε τον εαυτό του. Όμως στο τέλος υποκύπτει…… απομεινάρι ερημιάς και μεγαλείου πάνω στο άνθος της νιότης του.

Ο ποιητής πετυχαίνει να μας δώσει τις ομορφιές της φύσης από τη μια και από την άλλη να τονίσει το κακό που σχετίζεται με τη μοίρα του ανθρώπου …… τον θάνατο. Ο ποιητής μας καλεί για άλλη μια φορά να φανούμε στοχαστικοί απέναντι στη μοίρας μας. Ο Σολωμός διατυπώνει τη μελαγχολία, τη θλίψη του, την οδύνη, όταν ο θάνατος χτυπά απρόσμενα και λυσσαλέα τον άνθρωπο. Ο άνθρωπος δεν μπορεί να τα βάλει με τη φύση και ό,τι συνυπάρχει μ’ αυτή. Όπως ο καρχαρίας κάνει την εμφάνισή του αναπάντεχα, έτσι απροσδόκητα χτυπούν την πόρτα της ζωής μας και οι δυστυχίες, το πένθος, τα πάθη, οι οδύνες, ο θάνατος. Ο άνθρωπος γνωρίζει την ύπαρξη του κακού στη ζωή του. Γνωρίζει πως λίγο πιο κάτω από την πόρτα του προσμένουν εκείνοι που θα αψηφήσουν τη ζωή, που θα κακομεταχειριστούν τη ζωή, εκείνοι που ποθούν να σκορπούν στο πέρασμά τους την καταστροφή. Κάτω από κάθε πέτρα στέκει και παραμονεύει ένας εχθρός της ανθρώπινης ύπαρξης, της ανθρώπινης μοναξιάς, της ανθρώπινης ανυπαρξίας. Ο χρόνος δεν χαρίζεται εύκολα στον καθένα μας. Επειδή λοιπόν τα πάντα είναι ρευστά, ας είμαστε πάντοτε έτοιμοι να παλέψουμε με το κακό που συνυπάρχει με τη φύση μας, με κακορίζικα στοιχειά που συναντάμε όχι μόνο στα παραμύθια αλλά στην καθημερινότητα μας. Η γνώση αυτή είναι δύναμη, στέκει στο σκαλοπάτι του νου και της ψυχής μας, γι’ αυτό κι ας μην υποτιμάμε ποτέ κανέναν, ακόμη κι εκείνους που δείχνουν προδοτικά καλοί, συνοδοιπόροι μιας ζωής, που το μόνο που επιθυμούν είναι να μας ρίξουν στην άβυσσο του «τίποτα» και του «ποτέ».

Έτσι, στο πρώτο απόσπασμα υπάρχει η αντίδραση ανάμεσα στην Κόλαση και στον Παράδεισο, στο κακό και στο καλό. Η κόλαση, το κακό πάντα παραμονεύει έτοιμα να σπείρουν την καταστροφή. Η «Κόλαση» όμως δεν μπορεί, δεν έχει τη δύναμη να πλησιάσει την ψυχή του ανθρώπου, γι’ αυτό και την πολεμά από μακριά «πάρεξ μακριά και πέρα».
Έτσι, ένα τραγικό περιστατικό που προφανώς έζησε από κοντά ο ποιητής, τον εμπνέει προκειμένου να γράψει το ποίημα αυτό. Είναι φανερό εδώ, πως ο Σολωμός γίνεται για άλλη μια φορά στοχαστικός και μας προσκαλεί να σκεφθούμε κι εμείς πόσο επιρρεπής είναι ο άνθρωπος στο κακό και στο θάνατο. «Η Κόλαση πάντ’ άγρυπνη σου στήθηκε τριγύρω».

Στους Ελεύθερους Πολιορκημένους η φύση με την ομορφιά της αντιμάχεται τη θέληση και την αποφασιστικότητα των πολιορκημένων να θυσιάσουν τη ζωή τους σε μια ύστατη προσπάθεια να αντισταθούν στους εχθρούς. Έτσι, το φυσικό περιβάλλον είναι ανασταλτικός παράγοντας, καθώς ξυπνά μέσα τους τον πόθο της ζωής, αποτελώντας μια δοκιμασία που πολιορκεί την ψυχή και το νου των πολιορκημένων. Στον Πόρφυρα πάλι η φύση με τη μαγευτική της ομορφιά λειτουργεί και ως παγίδα θανάτου για το νέο, τον οποίο προσελκύει, ώστε απροετοίμαστος να βρεθεί στις αγκαλιές του θανάτου. Οι ήρωες του Σολωμού δοκιμάζονται αλλά βγαίνουν νικητές καθώς πεθαίνουν, πολεμώντας γενναία και παραμένοντας πιστοί στους σκοπούς και στους ηθικούς στόχους τους.

Στον Πόρφυρα, ο ποιητής δείχνει το θαυμασμό του για τον άνθρωπο γενικά, που εδώ τον εκπροσωπεί ο Άγγλος στρατιώτης. Ο άνθρωπος είναι το αποκορύφωμα της δημιουργίας όχι μόνο εξωτερικά αλλά και εσωτερικά, μέρος του θείου σπινθήρος υπάρχει στην ψυχή του, καθώς κλείνει μέσα του αιώνιες αλήθειες και αξίες, χωρίς τις οποίες η υλική πραγματικότητα είναι λειψή. Και ο νέος έχει συνείδηση αυτής της αλήθειας. Η ψυχή του νέου βρίσκεται σε εγρήγορση «ανοιχτά πάντα και άγρυπνα τα μάτια της ψυχής μου». Η τραγικότητα της ανθρώπινης ψυχής και ουσίας ορίζεται στον Πόρφυρα, όταν ο νέος αναμετράται με τον καρχαρία. Είναι η αναμέτρηση με τη ζωή που κάνει ο καθένας μας καθώς ανατέλλει η κάθε μέρα. Υπάρχει όμως μια ανατολή την οποία δεν μπορούμε να την κερδίσουμε παρά το ψυχικό μας σθένος και τη γνώση που κατέχουμε από καταβολής κόσμου. Είναι η ανατολή της μέρας όπου ο άνθρωπος, νέος ή γέρος θα αναμετρηθεί με το Χάρο, το θάνατο, όπως ο Διγενής στα μαρμαρένια αλώνια. Μια μάχη άνιση, αφού η ζυγαριά δεν γέρνει προς τη γήινη ζωή αλλά προς την αιώνια. Το τραγικό αυτό κομμάτι της ζωής αντισταθμίζεται μόνο με την οδό του Παραδείσου, την οδό των αξιών της ψυχής που δεν αμαυρώνονται, δεν αλλοιώνονται και δεν λασπώνουν το ένδυμά μας…..


Μαρία Καρυτινού

Είμαι Εκπαιδευτικός (ΠΕ)- Ειδική παιδαγωγός (Μαθησιακές Δυσκολίες- Ημερήσια Φροντίδα Ατόμων με Ειδικές Ανάγκες) - απόφοιτος "Βοηθός νοσηλευτού χειρουργείου" (από ΙΕΚ)- απόφοιτος του Τομέα Υγείας "Βοηθός Νοσηλευτού (ΕΠΑΛ). Η Μαρία Καρυτινού αρθρογραφεί στο eBooks4Greeks.gr από τον Αύγουστο του 2018.

Άρθρα

Κατηγορία: ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΙΑ

Tags: , , ,

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *