«Το δεμάτι με τις βέργες» – Λαϊκό Παραμύθι #15 – (2os διαγωνισμός eBooks4Greeks)

Share

«Το δεμάτι με τις βέργες» – Λαϊκό Παραμύθι #15 – (2os διαγωνισμός eBooks4Greeks)

 

Λένε οι ιστορίες των παλιών πως μια φορά κι έναν καιρό, που δεν ήταν μήτε των πατεράδων μας ο καιρός μα μήτε και των παππούδων μας τα χρόνια, ζούσε σε έναν τόπο μακρινό ένας πατέρας. Είχε, λένε, τούτος πολλά αγόρια, μα αντί να έχει μεγάλη χαρά μέσα στην καρδιά για τα χέρια τα πολλά που χρειάζονταν οι δουλειές του και να είναι τα παιδιά του ευλογία, αυτός ο πατέρας κάθε μέρα που περνούσε, μαράζωνε όλο και περισσότερο και ένα σαράκι του έτρωγε τα σωθικά κι άλλη έγνοια και σκοτούρα δεν είχε παρά τα παιδιά του. Γιατί, λένε, πως τούτα τα παιδιά, που κόντευαν πια παλικάρια, κάθε χρόνος και παιδί κάθε παιδί και έγνοια, άλλα μεγάλα κι άλλα πιο μικρά, μάλωναν συνέχεια χωρίς σταματημό κι όλο στενοχώριες κερνούσαν με τα καμώματά τους τον δόλιο τον πατέρα τους. Τούτος φώναζε κοντά του την κυρά του κι έλεγε: «Μωρέ γυναίκα! Ένα κορίτσι δεν μου χάρισες, να ομορφύνει ο τόπος, να γλυκάνει το χειλάκι μας, ν’ ανοίξει λίγο η καρδιά μας, παρά βάλθηκες μόνο έγνοιες να κεράσεις, που γέννησες πέντε παιδιά αρσενικά, θεριά, το ένα χειρότερο απ’ το άλλο!»

Κείνος ο πατέρας, λένε, τι συμβουλές τους έδινε να είναι αγαπημένοι, τι κουβέντες τους έλεγε πως ήτανε του λόγου τους αδέρφια με ίδιο αίμα να κυλάει μέσα στις φλέβες τους, τι να τους μιλάει πότε άγρια και πότε με γλύκα, τι να τους δίνει συμβουλές. «Τι πράγματα είναι τούτα; Δεν ντρέπεστε που κάμετε μεταξύ σας έτσι όπως δεν κάνουν μήτε οι ορκισμένοι οι οχτροί; Δεν γεννηθήκατε απ’ την κοιλιά της ίδιας μάνας; Δεν φάγατε από το ίδιο τσουκάλι; Δεν κοιμηθήκατε κάτω από το ίδιο κεραμίδι; Τι πράγματα είναι τούτα!» Δεν μπορούσε με τρόπο κανένα να κάμει καλά τα παιδιά του που μάλωναν κάθε μέρα σαν τα θεριά. Κι όλο φώναζαν ο ένας στον άλλο κι όλο αρπάζονταν μεταξύ τους, πότε με τα λόγια και πότε με τα χέρια κι ο πατέρας τους να μην ξέρει πώς να τα κάμει να μονιάσουν μεταξύ τους.

Μια μέρα, αφού κατάλαβε πως τα παιδιά του δεν έπαιρναν από λόγια, πιάνει τα φωνάζει μπροστά του και τους λέει: «Ακούστε να σας πω. Θαρρώ πως στέρεψαν οι κουβέντες και σώθηκαν πια οι ορμήνιες. Όμως βλέπω πως μυαλό δεν βάζετε και πάει ο λόγος μου χαμένος. Κι εγώ τούτο το κακό, να τρώγεστε -αδέρφια πράμα- άλλο δεν το αντέχω. Σήμερα πήρα την απόφαση να σταματήσω μια και καλή τον καβγά, που πληγώνει την οικογένεια όλη και μας κουβεντιάζει το χωριό, κι εσάς που δεν το καταλαβαίνετε κι εμένα που το νιώθω στο πετσί μου. Γι’ αυτό το λοιπόν θέλω να πάτε μέχρι εδώ παραπέρα στο δάσος και να μαζέψετε βέργες και ξύλα λεπτά, από ένα ο καθένας σας, και να τα φέρετε σε μένα. Μονάχα έχετε στο νου σας να μοιάζουν μεταξύ τους, να μην είναι άλλες μεγάλες κι άλλες μικρές, άλλες χοντρές κι άλλες λεπτές. Κι ύστερα, σαν έρθετε, θα σας πω τι θα γενεί…»

Τα αδέρφια κοιτάχτηκαν μεταξύ τους, μα αφού γλίτωσαν τις συμβουλές ήταν να αρνηθούν; Τράβηξαν λίγο πιο πέρα, πήραν το μονοπάτι που έβγαζε έξω απ’ το χωριό και στον δρόμο που πηγαίναν πάλι δεν έλειψαν οι τσακωμοί, οι τρικλοποδιές, τα σπρωξίματα και τα λόγια τα βαριά. Βρέθηκαν λοιπόν μέσα στο κοντινό δάσος που απλωνόταν μέχρι τα ριζά του βουνού. Εκεί έψαξαν και βρήκαν βέργες και ξύλα λεπτά όπως τους ζήτησε ο πατέρας τους, να μοιάζουν, και αφού διάλεξε ο καθένας τους από μια βέργα, ένα ραβδί, πήραν τον δρόμο που πήγαινε ξανά για το χωριό. Βρέθηκαν πάλι μπροστά στον γέρο πατέρα τους που τους περίμενε στην αυλή του σπιτιού τους να φανούν.

Ο πατέρας είδε τα παλικάρια του να έρχονται από μακριά με εκείνα τα ξύλα που τους ζήτησε στα χέρια και σαν εκείνα σίμωσαν τους λέει: «Τώρα θέλω να μαζέψει ένας σας όλα τα ραβδιά σας, τις βέργες που φέρατε, να τα βάλετε όλα μαζί, να κάμετε ένα δεμάτι και να τα δέσετε σφιχτά…» Τα παιδιά του γέρου έκαμαν αυτό που τους ζήτησε ο πατέρας τους και σε λίγο μπροστά στα πόδια τους βρισκόταν ένα δεμάτι από τα ραβδιά ολωνών. «Ποιος από σας μπορεί να σπάσει τούτο το δεμάτι;» Βγήκε, λένε, μπροστά ο μεγαλύτερος, πιάνει το δεμάτι δοκιμάζει να το λυγίσει, μα αυτό τίποτα! Παίρνει τώρα το δεμάτι στα χέρια του ο δεύτερος που λογιζόταν απ’ όλους ο πιο δυνατός, πάει να το λυγίσει μα το δεμάτι δεν έπαθε τίποτα! Ήρθε η σειρά του τρίτου που είχε μπράτσα από σίδερο. Πιάνει το δεμάτι, χαμογελάει για μια στιγμή, κάνει μια έτσι, να λυγίσει το δεμάτι με τα ραβδιά, μα το δεμάτι δεν ελύγιζε. Δοκίμασε κι ο τέταρτος που πάντα κοκορεύονταν μα έγινε ρεζίλι. Ο πέμπτος κοίταξε καλά-καλά το δεμάτι, το πιάνει, το σηκώνει λίγο στο πλάι, βάζει επάνω το πόδι του να το λυγίσει μα κόντεψε ο ίδιος να τσακιστεί.

Κανένα από τα παλικάρια του πατέρα δεν κατάφερε να σπάσει το δεμάτι. Παίρνει τώρα ο γέρος το δεμάτι με τα ραβδιά, το λύνει και λέει στα παιδιά του: «Πάρτε τώρα ο καθένας από ένα ραβδί στο χέρι και σπάστε το!». Παίρνουν τότε τα παιδιά από ένα ραβδί, κάνουνε ένα «τσακ!» και το σπάνε μεμιάς σε δυο κομμάτια. Γυρίζει τότε ο πατέρας τους και λέει: «Να το θυμάστε τούτο που έγινε σήμερα: όπως σπάσατε εύκολα ο καθένας το ραβδί του, έτσι αν είστε χωριστά και μαλώνετε μεταξύ σας θα μπορεί αυτός που θέλει το κακό σας να σας βλάψει. Αν όμως είστε όλοι ενωμένοι, κανένας δε θα μπορέσει να σας κάμει κακό, όπως κανένας σας δεν μπόρεσε να σπάσει μήτε να λυγίσει όλα τα ραβδιά μαζί από το δεμάτι…»

 

Τούτη την ιστορία την διηγούταν ο πατέρας μας, Βλάσης Δ. Προύσαλης (1925-1991), σε εμένα και τον αδερφό μου, Στάμο Προύσαλη, στην αρχή και σ’ όλη τη διάρκεια της εφηβείας μας, όταν λόγω διαφορετικών χαρακτήρων πολλές φορές τσακωνόμασταν άσχημα, στα τέλη της δεκαετίας του 1970 – αρχές δεκαετίας του 1980. Συνήθιζε να αφηγείται συχνά πυκνά πότε μύθους του Αισώπου και πότε λαϊκά παραμύθια. Τη συγκεκριμένη ιστορία, έλεγε, την είχε ακούσει από τον πατέρα του, τον παππού μου Δημήτρη Κ. Προύσαλη. Σύμφωνα με τον Ελληνικό Κατάλογο Ταξινόμησης των Παραμυθιών, τμήμα του Διεθνούς Καταλόγου Ταξινόμησης Παραμυθιών των Aarne-Thompson, Uther ανήκει στην κατηγορία των Ρεαλιστικών-Νοβελιστικών ιστοριών (ATU 850-999) στην υποκατηγορία «Ηθικά Διδάγματα» (ATU 910-919) και συγκεκριμένα κατατάσσεται στον παραμυθιακό τύπο ATU 910F «Οι γιοι που μάλωναν και το δεμάτι με τα κλαδιά». Η αρχική-πρότερη προέλευση της ιστορίας εντοπίζεται στον ανάλογο αισώπειο μύθο-με αριθμό 53 στο έργο του B.E. Perry Aesopica, και όπως συμβαίνει με πολλά είδη του προφορικού λόγου, υπάρχει ένα συγκοινωνούν δοχείο ανάμεσα στα αφηγήματα που ανάλογα με τη λειτουργία τους μετασχηματίζουν με «δάνειο» τη μια μορφή σε μια άλλη. Το δίδαγμα-μήνυμα είναι σαφές και ξεκάθαρο: «Η δύναμη βρίσκεται στην ενότητα». Η συγκεκριμένη υπόθεση συμπεριλαμβάνεται στη συλλογή ξαναδουλεμένων μύθων του Αισώπου του Ρωμαίου Βάβριου με επιμύθιο την αδερφική αγάπη και τη σημασία της στη ζωή, ενώ αργότερα αναφέρθηκε στα έργα του Ψευδο-Πλούταρχου και εισήχθη στις λαογραφικές αναφορές της Κεντρικής Ασίας όπου τη θέση του πατέρα στην ιστορία πήρε η φιγούρα του Τζένγκις Χαν. Οι ερμηνευτικές προσεγγίσεις-μηνύματα υπήρξαν πολλές και ποικίλες σε όλη την ιστορική διαδρομή του μύθου από τον 16ο– 19ο αι. μ.Χ. ενώ η φιγούρα του ανθρώπου που προσπαθεί να λυγίσει ένα δεμάτι με δεμένες βέργες υπήρξε έμβλημα πολλών εργατικών σωματείων και ενώσεων στον βρετανικό και αμερικανικό χώρο. Οι παραλλαγές του λαϊκού πια παραμυθιού, στον ευρωπαϊκό χώρο πλην του ελληνικού, είναι περιορισμένες (Λετονία, Λιθουανία, Ρωσία, Πολωνία, Γαλλία, Γερμανία, Ουγγαρία, Βουλγαρία), αλλά συναντάται στην Κεντρική Ασία, την Ινδία, Κίνα, Ιαπωνία, Φιλιππίνες, την Ανατολική Αφρική καθώς και σε ισπανοαμερικανικές πηγές.

Δημήτρης Προύσαλης

 

Δείτε τα αποτελέσματα του διαγωνισμού Εδώ >>

Κατηγορία: ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΑ / ΛΑΪΚΑ ΠΑΡΑΜΥΘΙΑ

Tags:

Comments (1)

Trackback URL | Comments RSS Feed

  1. Ο/Η Μελινα λέει:

    Πολύ σοφό και αληθινό ! Μπράβο

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *